The Magus (Necromantia, Yoth Iria) – From The Past We Summon Thee

You are currently viewing The Magus (Necromantia, Yoth Iria) – From The Past We Summon Thee

O Magus Wampyr Daoloth (Γιώργος Ζαχαρόπουλος) αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μορφές της ελληνικής και παγκόσμιας Black Metal σκηνής. Η επιστροφή του στα μουσικά δρώμενα με τους YOTH IRIA κινητοποίησε την ομάδα του THE GALLERY και έτσι φροντίσαμε να συνομιλήσουμε μαζί του. Σε μια κουβέντα μεγάλης διάρκειας, ειπώθηκαν πράγματα που σίγουρα αξίζουν να διαβαστούν. Ξεκινώντας από το παρόν του Magus με τους YOTH IRIA, στη συνέχεια θα μεταφερθούμε στο παρελθόν με τους ROTTING CHRIST, τους THOU ART LORD, την Black Lotus Records, το Metal Ιnvader και φυσικά τους NECROMANTIA…


Πως προέκυψε η συνεργασία σου με τον Mutilator και η επαναδραστηριοποίηση σου δισκογραφικά με τους YOTH IRIA;

Διαβάστε την κριτική του THE GALLERY αναφορικά με το EP των YOTH IRIA “Under His Sway” ΕΔΩ!

The Magus: Οι YOTH IRIA ξεκίνησαν με μία συμμετοχή μου στα φωνητικά για το «Under His Sway» EP, θα συμμετείχα απλά σε 2 με 3 τραγούδια μόνο. Μετέπειτα όμως, ακούγοντας και το υπόλοιπο υλικό στην πρώιμη μορφή του ενθουσιάστηκα τόσο πολύ που αποφάσισα να συμμετάσχω σαν κανονικό μέλος στην μπάντα. Πραγματικά, το άλμπουμ που θα βγει τον Ιανουάριο («As the Flame Withers») είμαι σίγουρος ότι θα εκπλήξει πολύ κόσμο καθώς είναι τόσο πολυδιάστατο και δουλεμένο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το παρελθόν και το μέλλον του Ελληνικού Black Metal. Και όταν λέω Ελληνικό Black Metal, όπως τ’ εννοούμε εμείς και όχι όπως το εννοεί ο πολύς κόσμος, κάτι το οποίο σημαίνει και αρκετές επιρροές από Heavy/Doom Metal.

Πριν λίγες ημέρες κυκλοφορήσατε και ένα split με τους KAWIR και ετοιμάζεστε να κυκλοφορήσετε το νέο σας άλμπουμ «As the Flame Withers». Ήδη έχουμε ακούσει ένα νέο τραγούδι, «The Red Crown Turns Black», από τον επερχόμενο δίσκο. Μπορείς να μας δώσεις μερικές πληροφορίες για την διαδικασία σύνθεσης του δίσκου, ποιος είναι υπεύθυνος για την μουσική και για τους στίχους, που ηχογραφήθηκε όπως και ποιο είναι το μουσικό ύφος στο οποίο κυμαίνεται, για όσους δεν σας γνωρίζουν;

The Magus: Στο split με τους KAWIR η έκδοση του «The Red Crown Turns Black»  είναι λίγο διαφορετική καθώς έχει άλλη μίξη και τύμπανα, ενώ η έκδοση την οποία ακούσατε στο βιντεοκλίπ θα είναι και αυτή που θα βρίσκεται στον δίσκο. Ουσιαστικά ο πυρήνας των συνθέσεων, περίπου το 80 με 90% η βάση δηλαδή, ήταν ήδη γραμμένα από τον Μutilator  και πάνω σ’ αυτή την βάση δούλεψα ενορχηστρωτικά και συνθετικά μαζί με τον George Emmanouel. Βάλαμε δηλαδή και την δικιά μας πινελιά πάνω σ αυτόν τον καμβά που είχε ήδη φτιάξει ο Μutilator. Ακούγοντας λοιπόν το άλμπουμ. μπορείς να ακούσεις πράγματα που κουβαλάμε ήδη και οι τρείς από τις μπάντες μας. Βέβαια θα τ’ ακούσετε φιλτραρισμένα μέσα από το πρίσμα των YOTH IRIA καθώς είναι ένας δίσκος που κάθε τραγούδι έχει τον δικό του χαρακτήρα και έχει διαμορφωθεί  αναλόγως με τον στίχο, την ατμόσφαιρα και την όλη αίσθηση που δίνει. Αν για παράδειγμα ακούσεις το «The Red Crown Turns Black», δεν σημαίνει ότι όλα τα τραγούδια του δίσκου θα είναι ίδια με το συγκεκριμένο. Αναφορικά με το στιχουργικό κομμάτι τώρα, στίχους έχω γράψει κυρίως εγώ, ενώ σε κάποια κομμάτια έχει συμμετάσχει και ο Mutilator . Το άλμπουμ θα έχει τίτλο «As the Flame Withers» και θα κυκλοφορήσει στις 25/1/2021 από την Pagan Records ενώ οι ηχογραφήσεις έγιναν στα Pentagram Studio του George Emmanuel.

Το 1989 αποφάσισες να δημιουργήσεις μαζί με τον Baron Blood, τους NECROMANTIA. Πως προέκυψε η γνωριμία μεταξύ σας και ποιο ήταν το κίνητρο για να ξεκινήσετε την μπάντα; Τί έχεις να θυμάσαι από κείνες τις εποχές, όπως τί θυμάσαι και από τους NECROMANCY;

The Magus: Οι NECROMANCY ήταν πριν τους NECROMANTIA και ηχητικά ακολουθούσαν μία πιο Thrash/Death Metal κατεύθυνση. Eγώ ξεκίνησα να παίζω μουσική στα δεκαπέντε μου παίζοντας κυρίως punk και hardcore καθώς ήταν το πιο εύκολο τότε και δεν χρειαζόταν μεγάλη τεχνική ικανότητα. Οι NECROMANCY αποτελούσαν ένα μεταβατικό στάδιο και ήταν πιο κοντά σ’ αυτά που ήθελα να παίξω, αλλά μετά τα πρώτο demo διαφωνήσαμε ως προς την μουσική κατεύθυνση που θα έπρεπε να ακολουθήσουμε. Εγώ ήθελα να κινηθούμε σε πιο Dark/Black μονοπάτια, ενώ αυτοί σε πιο Death/Thrash και έμενα δημιουργικά δεν μ’ ενδιέφερε να ακολουθήσω αυτό το μονοπάτι, οπότε έφυγα κ δημιούργησα τους NECROMANTIA. Βέβαια σ’ αυτό βοήθησε και το γεγονός ότι βρήκα και κάποιον, τον Baron Blood, να μοιραστώ το όραμα μου για τη μουσική. Αυτό που θυμάμαι από εκείνη την εποχή, είναι ότι δεν είχαμε ποτέ λεφτά να κάνουμε τις ηχογραφήσεις όπως θέλαμε, οπότε ήταν δύσκολο να έχεις ένα αξιόλογο ήχο χωρίς χρήματα. Εκτός από αυτό, άλλο ένα δύσκολο κομμάτι θυμάμαι επίσης ήταν το ότι οι καταστάσεις ήταν πιο αυθεντικές σε σύγκριση με σήμερα. Αν αναλογιστείς για παράδειγμα ότι εγώ περίμενα τρείς με τέσσερεις εβδομάδες για να ακούσω ένα demo και τώρα απλά πατάς ένα κουμπί και το πρώτο που βλέπεις είναι η εικόνα (και όχι μόνο στη μουσική αλλά παντού) ενώ η μουσική έρχεται σε δεύτερη μοίρα για την νεολαία. Εμάς τότε η μουσική ήταν προτεραιότητα και μετά η εικόνα, θυμάμαι χαρακτηριστικά στην πλατειά Εξαρχειών όταν είχε έρθει σε δισκάδικο της Αθηνάς το «Altar Of Madness» των MORBID ANGEL. Αράζαμε λοιπόν μαζί με τους ROTTING CHRIST και τους DEATH COURIER και είχαμε όλοι συγκεντρωθεί πάνω από το δίσκο, καθώς τον είχε αγοράσει ένας αφού τότε δεν είχαμε όλοι λεφτά. Ήταν λες και μας είχανε φέρει το άγιο δισκοπότηρο και του λέγαμε όταν το ακούσεις πάρε μας τηλέφωνο να μας πεις πως είναι, ήταν πιο απλές και αγνές εποχές.

Οι NECROMANTIA αποτελούν μία από τις πιο ιδιαίτερες και πιο επιδραστικές μπάντες του Black Metal με κύριο χαρακτηριστικό τον ήχο στο οχτάχορδο μπάσο. Πως και αποφασίσετε να κινηθείτε μουσικά σ’ αυτή την κατεύθυνση με την μη χρησιμοποίηση κιθάρας και το μπάσο να έχει τον πρώτο λόγο;

The Magus: Με τον Baron Blood γνωριζόμαστε από το σχολείο, από το Λύκειο συγκεκριμένα και επειδή είχαμε κοινά ενδιαφέροντα, τόσο μουσικά όσο και βαθύτερα φιλοσοφικά, αποφασίσαμε να φτιάξουμε μια μπάντα που θα ήταν εντελώς διαφορετική. Το πρόβλημα από την αρχή ήταν ότι είμασταν και οι δύο μπασίστες και είχαμε αποφασίσει να μην πάρουμε κιθαρίστα στην μπάντα, εκτός από κάποια σόλο και έξτρα, και να δοκιμάσουμε κάτι καινούργιο μόνο με μπάσα. Έτσι ουσιαστικά ξεκίνησαν οι NECROMANTIA, καθώς οι συνθέσεις του «Promo Tape 1990» γράφτηκαν σε ένα βράδυ από τις 10-11 το πρωί  που ξυπνήσαμε μέχρι το πρωί της άλλης μέρας. Σαφώς υπήρχαν οι βάσεις πάνω στις οποίες δουλεύαμε, αλλά πολλά πράγματα τα αυτοσχεδιάσαμε ή ακόμα θα μπορούσα να πω έγιναν ενστικτωδώς όσον αφορά το συγκεκριμένο promo. H διαδικασία ήταν τέτοια που ότι μας έβγαινε όπως μας έβγαινε και από όποιο σκοτεινό κομμάτι μας πήγαζε το κάναμε μουσική, έτσι γεννήθηκε αυτό το ιδιαίτερο «πράγμα» που αποτέλεσε τους NECROMANTIA. Γιατί, ποτέ δεν θέλαμε να ακολουθήσουμε την πεπατημένη και να ακουγόμαστε σαν κάποιους άλλους, θέλαμε να βρούμε την δική μας ταυτότητα και να δημιουργήσουμε κάτι δικό μας, όπως και πολλές μπάντες εκείνης της εποχής. Ο καθένας τότε έψαχνε να βρει τον δικό του δρόμο, δεν υπήρχαν πολλές αντιγραφές η κάθε μπάντα έψαχνε το δικό της μουσικό μονοπάτι.

Άλμπουμ « Crossing the Fiery Path» (1993) και «Scarlet Evil Witching Black» (1995). Έχουν περάσει σχεδόν 25 χρόνια αρκετά χρόνια από τη κυκλοφορία αυτών των 2 εμβληματικών δίσκων. Ο αντίκτυπος της σημασίας τους και της επιρροής του είναι πιο έντονος τώρα που, λόγω του ιντερνέτ, σας έχει γνωρίσει περισσότερος κόσμος. Είχατε φανταστεί όταν τα κυκλοφορούσατε την μελλοντική επιτυχία του μουσικού σας έργου;

The Magus: Πέρασαν μερικά χρόνια για να το αντιληφθούμε, ειδικά στο «Scarlet Evil Witching Black» που κυκλοφόρησε το 1995,τα συμφωνικά στοιχεία που είχαμε προσθέσει  στον δίσκο ήταν κάτι που το κάναμε μόνο εμείς τότε. Κάνεις δεν το χρησιμοποιούσε με τον συμφωνικό τρόπο που το κάναμε εμείς και αυτό φάνηκε αργότερα, ούτε οι DIMMU BORGIR ούτε οι CRADLE OF FITLH  δεν έβαζαν τέτοια στοιχεία στην μουσική τους. Αυτοί τότε ξεκινάγανε και δεν είχαν αρχίσει να προσθέτουν αυτά τα πράγματα στα τραγούδια τους. Εμείς θέλαμε πάντα η μουσική μας να είναι πλούσια, ότι τα όργανα που είχαμε δεν επαρκούσαν για να μεταδώσουμε τον ήχο που θέλαμε να βγάλουμε, επίσης μεγάλο ρόλο έπαιζε η ατμόσφαιρα και το συναίσθημα που έβγαζαν οι συνθέσεις .Όταν θέλεις λοιπόν να κάνεις κάτι το οποίο να έχει μία μεγαλειώδη υφή, πρέπει να προσθέσεις και άλλα όργανα. Ειλικρινά, όταν είχε βγει το «Scarlet Evil Witching Black», το καλύτερο μας άλμπουμ, είχε κάνει για την εποχή πολύ καλές πωλήσεις καθώς είχε ξεπεράσει τις 25000 με  30000 κόπιες. Ήταν πραγματικά ένα ορόσημο για την χώρα και για το Black Metal γενικότερα και πραγματικά ακόμα και τώρα που το ακούω σκέφτομαι ότι αυτά τα πράγματα που κάναμε τότε, ήταν 10 με 15 χρόνια μπροστά, κάτι το οποίο έχω ακούσει να το λέει πολύς κόσμος και θεωρώ πως αποδείχθηκε στη συνέχεια. Οπότε, τότε δεν είχαμε τον αντίκτυπο στο μυαλό μας, το βιώσαμε αργότερα γιατί δεν μας ενδιέφερε βασικά. Εγώ είμαι ένας άνθρωπος που όταν δημιουργώ μουσική δεν μ’ ενδιαφέρει τι θα πει ο άλλος, χαίρομαι που του αρέσει, γουστάρω και μου αρέσει η υποστήριξη αλλά δεν με ενδιαφέρει η γνώμη του για το αν είναι καλό ή όχι. Αν αρέσει σ’ εμένα και στην μπάντα μου, τότε αυτό μου αρκεί καθώς  ποτέ δεν έχω γνώμονα τον κόσμο.

Συμμετείχες στους ROTTING CHRIST σε δυο άλμπουμ. «Thy Mighty Contract» και «Non Serviam». Τι έχεις να θυμάσαι από εκείνη την περίοδο;

The Magus: Με τους ROTTING CHRIST θα έλεγα ότι ήμουν στις πολύ καλές τους εποχές, σύμφωνα πάντα με την προσωπική μου άποψη, αυτά τα δύο άλμπουμ που ανέφερες και το «Passage To Arcturo» EP θεωρώ ότι ήταν τα καλύτερα τους χρόνια. Αν και τώρα τελευταία, συγκεκριμένα από  «Theogonia» και μετά έχουν επανέλθει, αναγεννηθεί κάπως σ’ ένα μουσικό μονοπάτι που εμένα μου αρέσει προσωπικά. Τα «Triarchy Of The Lost Lovers»  και «A Dead Poem» δεν μπορώ να πω ότι μου άρεσαν και αυτός ήταν και ο λόγος που είχα φύγει από την μπάντα. Kαθώς η μουσική κατεύθυνση που ακολούθησαν δεν με ικανοποιούσε, όποτε χωρίσαμε σε πολύ φιλικό κλίμα (όπως φαίνεται και από την συνεργασία μας στους THOU ART LORD) και ο καθένας ακολούθησε τον δρόμο του. Τότε, υπήρχε η αγνότητα και η δημιουργία και οι RC τότε έγραφαν την δική τους ιστορία, τα πρώτα τους άλμπουμ μ’ αρέσουν πολύ γιατί έχουν υπέροχα ρίφς που έχουν στιγματίσει κόσμο και τρομερές στιγμές. Δεν είναι τυχαίο που οι RC επιμένοντας και κάνοντας πολλές συναυλίες έχουν φτάσει στο επίπεδο δημοτικότητας που έχουν φτάσει, κάτι για το οποίο έχουν δουλέψει πολύ. Θυμάμαι είχε τύχει να γνωρίσω κάποια άτομα στη Γαλλία και να τους λέω ότι έπαιζα στους ROTTING CHRIT και να μην το γνωρίζουν και όταν τους ρώτησα από ποιο άλμπουμ άρχισες να ακούς, μου απάντησαν από το «Theogonia» και μετά. Οπότε δεν έψαξε το παρελθόν της μπάντας και αυτό συνδέεται μ’ αυτό που λέγαμε πριν για τη νέα γενιά. Επίσης άλλο ένα γεγονός που θυμάμαι είναι σε μία συναυλία στο Ισραήλ ο κόσμος μας αντιμετώπιζε λες και είμασταν οι METALLICA, τρομερές εποχές ένιωθες την αγάπη και τον ενθουσιασμό τους. Ο κόσμος άκουγε τότε γιατί γούσταρε και όχι γιατί ήταν μόδα.

DIABOLOS RISING και N.A.O.S., δύο project με αρκετά πειραματικό ήχος  σε μια εποχή που οι οπαδοί δεν ήταν τόσο ανοιχτόμυαλοι! Ποια η σκέψη πίσω από την δημιουργία αυτών των δίσκων και τι ήταν αυτό που ήθελες να εξωτερικεύσεις μουσικά μέσω αυτόν των project;

The Magus: Αυτά ήταν πράγματα που ήθελα να κάνω για να δω πως μπορώ να κινηθώ σ αυτά τα μουσικά μονοπάτια, καθώς είχα κάποιες ιδέες που δεν ταίριαζαν στις άλλες μου μπάντες και ήθελα να δω πως θα εκτελεστούν. Ουσιαστικά οι DIABOLOS RISING ήταν ιδέα του Mika Luttinen, όταν μία περίοδο είχε έρθει Ελλάδα για έξι μήνες επειδή η γυναικά του ήταν διπλωμάτης και είχε πάρει απόσπαση. Το συζητήσαμε και είπαμε οκ ας κάνουμε ένα πειραματισμό αν δούμε τι θα βγει και κυκλοφορήσαμε δύο άλμπουμ και μετά δημιουργήθηκαν οι RAISM. Στη συνέχεια όμως αυτό πέθανε, ήταν μέχρι εκεί δεν μπορούσε να πάει παραπάνω, δεν είχα ούτε εγώ όρεξη αλλά ούτε και ο Mika. Όσον αφορά τους NAOS ήταν ένα, σε εισαγωγικά, gothic project γιατί πάντα άκουγα και αλλά είδη εκτός metal και ήθελα να πειραματιστώ, οπότε ήταν ένα εντελώς προσωπικό μου θέμα. Πάντα δουλεύω με δύο, τρείς ανθρώπους καθώς μονός κινείσαι σε ένα μικρό εύρος και χρειάζεσαι και κάποιον άλλον να ανταλλάζεις ιδέες, να έχεις διαφωνία και έτσι το αποτέλεσμα να είναι αξιόλογο καθώς εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις σπανίως βγαίνει κάτι πραγματικά καλό από ένα μόνο πρόσωπο.

Μίλησε μας λίγο για την ιστορία πίσω από την δημιουργία των  THOU ART LORD  και τι θέλατε να πετύχετε μουσικά με αυτό το project.Υπάρχει κάποιο νέο από την μπάντα ή έχουν μπει στον πάγο;

The Magus: Κοίταξε, δεν έχουν διαλυθεί και είχε βγει μια τέτοια φήμη καθώς είχαν παρερμηνευθεί τα λεγόμενα του Σάκη. Στη συνέχεια επικοινώνησα με τον άνθρωπο που είχε βγάλει αυτή την φήμη, αφού μίλησα με τον Σάκη πρώτα, και του εξήγησα ότι η μπάντα δεν έχει διαλυθεί. Οι THOU ART LORD είναι μία μπάντα που βρίσκεται πάντα σε ύπνωση, δηλαδή μπορεί σε ένα, δύο ή και τρία χρόνια ακόμα να βγάλουμε έναν δίσκο μπορεί και σε δέκα. Είναι η μπάντα στην οποία παίζουμε αυτά που γουστάρουμε εμείς θα έλεγα ότι είναι κάτι παρόμοιο με αυτό που είχα κάνει με τους PRINCIPALITY OF HELL .Θέλω να παίξω αυτά που ακούω, πχ Thrash Metal, BATHORY, CELTIC FROST κτλ και θέλω να τα παίξω με τον δικό μου τρόπο. Οι THOU ART LORD είναι λοιπόν μία οπαδική μπάντα με την έννοια της αγάπης, δημιουργούμε μουσική για να ξεσπάσουμε και να το ευχαριστηθούμε,  οπότε κάποια στιγμή μπορεί να μας την δώσει και να κάνουμε έναν δίσκο.

Ήσουν μηχανικός ήχου στα θρυλικά Storm Studios ( ή αλλιώς ‘Molon Lave studios), όπου ηχογράφησαν πολλά συγκροτήματα της ελληνικής σκηνής όπως ROTTING CHRIST, VARATHRON, ZEMIAL, SEPTIC FLESH. Εκεί ηχογραφήθηκαν σημαδιακοί δίσκοι για το Black Metal πχ «His Majesty at the Swamp», «Thy Mighty Contract», «Non Serviam» και ουσιαστικά εκεί γεννήθηκε ο Ελληνικός Black Metal ήχος. Τι έχεις να θυμάσαι από εκείνες τις ημέρες;

The Magus: Κατά μία έννοια ήταν το στούντιο που δημιουργήθηκε ο Ελληνικός Black Metal ήχος, γιατί αυτό ήταν το μόνο στούντιο που υπήρχε εκείνη την εποχή. Μπορεί να μην ήταν ο τέλειος χώρος ή να μην είχε τα τελειότερα μηχανήματα, αλλά υπήρχε ειδική γνώση όσον αφορά την μουσική που μ’ αρέσει και αυτά που είχα στο μυαλό μου ώστε να προσπαθήσω να βοηθήσω τις μπάντες να βρουν τον δρόμο τους. Θα σου πω δυο περιστατικά τα οποία θυμάμαι. Ένα περιστατικό είναι το εξής, έγραφε ένας το μπάσο για μια μπάντα και ήταν εντελώς λάθος σχεδόν φάλτσο, τον σταματάω και του λέω ότι παίζει λάθος και μου απαντάει ότι έτσι το παίζει και στην πρόβα. Και στην πρόβα λάθος το παίζεις του λέω οπότε διόρθωσε το. Το άλλο συμβάν αφορά μία μπάντα που ήρθε να γράψει demo  και με ρώτησε τι πρέπει να γράψουνε για να πουλήσουνε, για να τους απαντήσω ότι κάνοντας μου αυτή την ερώτηση δεν θα πουλήσεις ποτέ, καμία μπάντα που πούλησε δεν έκανε αυτή την ερώτηση. Εκείνη την εποχή πέρασαν πολλοί μουσικοί και πολλές  μπάντες, ειδικά στην demo εποχή τους, και καλές και μέτριες και χάλια. Ήταν η εποχή που υπήρχε μια άνθηση και το Storm Studios βοήθησε σ’ αυτή την άνθηση γιατί υπήρχε κάποιος που μπορούσε να προσφέρει μια διέξοδο στις extreme metal μπάντες, να τους ακούσει και να τους βελτιώσει όσον αφορά τον ήχο που ήθελαν να βγάλουν και είχαν στο μυαλό τους.  Να φανταστείς όταν ηχογραφούσαμε το «Scarlet Evil Witching Black» ο ηχολήπτης που ήταν στο στούντιο μας λέει φύγετε εσείς θα κάνω εγώ τη μίξη, γυρνάμε λοιπόν μετά από 2 ώρες και είχε κάνει ένα τραγούδι. Το ακούμε και πραγματικά ήταν άψογο ποιοτικά αλλά ήταν rock και του είπαμε να φύγει και θα το αναλάβουμε εμείς.. Ηχοληπτικά είχε κάνει πολύ καλή δουλειά αλλά ήταν εκτός κλίματος, αυτό είναι ένα παράδειγμα  που δείχνει ότι οι παραγωγοί και οι ηχολήπτες της εποχής δεν ήξεραν τι ήθελαν οι extreme metal μπάντες στην Ελλάδα. Και αυτό έδωσε το Storm Studios με μέτριο ή κακό τρόπο προσπάθησε να δώσει μία διαφορετική κατεύθυνση.

Μαζί με τον Ανδρέα Στασινόπουλο διατηρούσατε την Black Lotus records. Τι συνέβη και τερμάτισε τη λειτουργία της;

The Magus: Το όραμα μας όταν δημιουργήσαμε την Black Lotus ήταν το ότι θέλαμε να έχουμε πολλά είδη metal, με αρκετές κυκλοφορίες και κάποιες πιο εξειδικευμένες μπάντες. Ξεκινήσαμε λοιπόν με ένα κεφάλαιο και κάποιες κυκλοφορίες, όπως πχ το «Faces» του CHRIS CAFFERY πήγαν αρκετά καλά, αλλά οι κυκλοφορίες  που πήγαν καλά εμπορικά ήταν κοντά στο 20% και το οποίο ήταν μικρό σαν ποσοστό αν σκεφτείς ότι έπρεπε να συντηρεί το υπόλοιπο 80%. Άσχετα με το γεγονός ότι σ’ εμάς αρέσαν οι μπάντες και ήταν καλές αλλά ήταν δύσκολο για μια ελληνική εταιρεία να επιβληθεί στην  Ευρώπη ανάμεσα στις Γερμανικές κτλ. Οπότε τα έσοδα δεν επαρκούσαν για να συντηρηθεί η εταιρεία και άρχισε η κάθοδος οπότε αποφασίσαμε να το σταματήσουμε. Ενώ είχε όλες τις προοπτικές για μια διαφορετική πορεία, καθώς βάζαμε διαφημίσεις σε ξένα περιοδικά και ξοδεύαμε χρήματα τα οποία φυσικά ποτέ δεν πήραμε πίσω. Είχαμε ένα καλό ρόστερ ,με μεγάλο εύρος συγκροτημάτων και αρκετές κυκλοφορίες, φτάνοντας σε ένα σημείο να ανταγωνιζόμαστε τις εταιρείες του εξωτερικού καθώς βγάζαμε 30 με 40 κυκλοφορίες τον χρόνο. Έγιναν κάποια λάθη όμως και ήρθε δυστυχώς το τέλος.

Συμμετείχες ως συντάκτης/αρχισυντάκτης στο περιοδικό Metal Invader, αν θυμάμαι καλά από το 1996 έως ότου και έκλεισε, το 2001. Τι έχεις να θυμάσαι από εκείνες τις ημέρες;

The Magus: Στο Metal Invader για την ακρίβεια ήμουν υπεύθυνος ύλης. Αυτό που μου έχει μείνει χαραγμένο στο μυαλό από την εποχή στο περιοδικό είναι το Open Air Festival που διοργανώσαμε to 1997 με τη συμμετοχή των VENOM, VIRGIN STEELE,THEATER OF TRAGEDY, EMPEROR, ROTTING CHRIST και DEVISER. Πέρα από τις αγωνίες για να πιάσουμε τα deadlines  και τα διάφορα προβλήματα που είχαμε, καθώς οι εταιρείες δεν μας ανοιγόντουσαν εύκολα γιατί υπήρχε το καθεστώς του Metal Hammer, με το οποίο συνεργάστηκα αργότερα, οπότε ήταν δύσκολο κάποιος άλλος να σπάσει αυτό το καθεστώς. Θυμάμαι για παράδειγμα το τεύχος του Invader με την βιντεοκασέτα το οποίο είχε πουλήσει 24000 τεύχη, απίστευτο νούμερο. Τώρα οποιοδήποτε metal περιοδικό στην Ελλάδα πάνω από 2000 με 3000 τεύχη δεν θα πουλήσει καθώς ο κόσμος ενημερώνεται μέσω ίντερνετ και μέχρι να διαβάσεις τα νέα και τις συνεντεύξεις στο περιοδικό έχουν μπαγιατέψει.. Για το φεστιβάλ τώρα, θυμάμαι πολύ κόπο και κάναμε το λάθος να βάλουμε φθηνό εισιτήριο το οποίο δεν εκτιμήθηκε από τον κόσμο καθώς είχε 7000 άτομα, προσέλευση που για το lineup του φεστιβάλ ήταν μικρή. Αν βέβαια είχαμε βάλει διπλή τιμή στο εισιτήριο πάλι οι ίδιοι θα ερχόντουσαν, απλά η εταιρεία που το διοργάνωνε, ο εκδοτικός οίκος που έβγαζε το Invader, θα είχε μπει λιγότερο μέσα. Θα σου πω ένα ευτράπελο, είχαμε πάει να νοικιάσουμε λιμουζίνες για τους VENOM καθώς αυτό ήθελαν. Πάμε λοιπόν σε ένα γραφείο ενοικίασης και τους λέμε ότι θέλουμε τρεις  λιμουζίνες, μας ρωτάνε πόσα άτομα θα μεταφέρουν και τους απαντάμε τρία, μία λιμουζίνα για τον καθένα. Ήταν η εποχή που οι VENOM ζητάγανε απίστευτα πράγματα, βέβαια σαν άτομα ήταν μια χαρά και δεν το έπαιζαν ντίβες, αλλά το management τους ζήταγε διάφορα γιατί μάλλον έπρεπε να πουλήσουν προς τα έξω ένα συγκεκριμένο image. Το σόου των VENOM ήταν αξέχαστο, θυμάμαι που είχε έρθει από το αστυνομικό τμήμα και έψαχναν τον υπεύθυνο καθώς είχαν μάθει για τα πυροτεχνήματα. Έρχεται λοιπόν σε εμένα ένας αστυνομικός και με ρώταγε που είναι ο υπεύθυνος (και ανέφερε το όνομα μου), του απάντησα μισό λεπτό να τον φωνάξω. Όπως καταλαβαίνεις είχαμε κάτι τέτοια  ευτράπελα για να βγει το φεστιβάλ και δυστυχώς δεν στήριξε ο κόσμος, Επίσης ήταν να κυκλοφορήσουμε μια βιντεοκασέτα από το φεστιβάλ δωρεάν με το περιοδικό αλλά δεν τα βρήκαμε με τα συγκροτήματα στα δικαιώματα.

Υπάρχουν νέα από το Black/Thrash project σου PRINCIPALITY OF HELL?

The Magus: Οι PRINCIPALITY OF HELL δεν υπάρχουν πλέον καθώς αποτελούσαν καθαρά οπαδική κατάσταση, οπότε μετά από τα δύο άλμπουμ που κυκλοφορήσαμε ολοκληρώθηκε και ο σκοπός τους. Μπορώ να πω ότι ήταν δύο αρκετά καλά άλμπουμ, από αυτά που βάζω στο αμάξι να τ’ ακούσω, καθώς η πιο μεγάλη μου επιρροή ήταν και είναι οι VENOM, όσο κι αν αυτό μπορεί να ακούγεται παράξενο σε κάποιους.

Ως NECROMANTIA έχεις ανακοινώσει ότι θα κυκλοφορήστε ένα τελευταίο EP προς τιμήν του Baron Blood. Θα ήθελες να μας δώσεις περισσότερες πληροφορίες πάνω σ’ αυτό;

The Magus: Τελικά ως NECROMANTIA θα κυκλοφορήσω ολοκληρωμένο άλμπουμ και όχι EP όπως είχα αρχικά σκεφτεί. Θα περιλαμβάνει δύο επαναηχογραφήσεις από παλιότερα τραγούδια μας, τα «Lord Of The Abyss» και  «The Warlock» συν έξι νέες συνθέσεις. Αποφάσισα να κυκλοφορήσω full length καθώς βρήκα μια πολύ καλή ομάδα  ώστε να δουλέψει μαζί μου, τους George Emmanuel και  J. V. Maelstrom (DEPHOSPHORUS, CAEDES CRUENTA, EMBRACE OF THORNS) και σκοπεύω να το κυκλοφορήσω, αν όλα πάνε καλά, την Άνοιξη του 2021.

– Τα τελευταία σου λόγια για τους αναγνώστες του THE GALLERY…

The Magus: Να δώσουν μεγάλη προσοχή στο νέο άλμπουμ των YOTH IRIA «As the Flame Withers» ,καθώς θα είναι κάτι που θα εκπλήξει αρκετό κόσμο και θα αρέσει σε παλιούς και νέους. Επίσης, να ψάχνουν να βρουν τις καλές μουσικές όπου κι αν υπάρχουν αυτές.

Συνέντευξη: Νίκος Μανούσης
Επιμέλεια Εξωφύλλου: Χρύσα Αντωνιάδη
Σχεδιασμός και Επιμέλεια Συνέντευξης: Νίκος Μανούσης
Ημερομηνία: 16 Νοεμβρίου 2020
Διαδικτυακός Σύνδεσμος: YOTHIRIA – Σελίδα Facebook
Copyright © 2020 by THEGALLERY.GR

This Post Has 8 Comments

  1. Μορντεχάι Φριζής

    Αυτό που αναφέρει για τους Ισραηλινούς metalheads είναι απόλυτα αληθινό. Στο Ισραήλ, στην μεταλική σκηνή, τρελαίνονται για Rotting Christ, SepticFlesh, Necromantia, Varathron, Nightfall και Astarte.

  2. Μενελαος

    Συγχαρητήρια στον Νίκο για την άψογη δουλειά που έκανε.
    Ολοκληρωμένο άλμπουμ NECROMANTIA !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
    ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΝΕΑ ……
    Ακόμα να συνέλθω ??????

  3. Vassiliki Pantazi

    Απίστευτη συνέντευξη!!!!!
    Μπράβο Νίκο!!!!
    Τι υπέροχα νεα ειναι αυτά, έχουμε να περιμένουμε δυο απίστευτα αλμπουμ, αρχές της χρονιάς Yoth Iria κ την άνοιξη NECROMANTIAAAAAAA!!!!!!!

  4. Name

    Μου αρεέσει να βλέπω καλλιτέχνες τέτοιου βελινεκούς.. να βρίσκονταί στη γη και οχι να έχουν παρει τα μυαλά τους αέρα.. Πράμα άλλο.

  5. Jason

    Περίεργα πράγματα. Ο mutilator κάποτε έδιωξε τον Magus από τους Christ (κάτι που επιβεβαιώνει και ο Σάκης) και τώρα δέχεται να συνεργαστεί μαζί του. Τέλος πάντων μουσικά πάντως ότι άκουσα είναι καταπληκτικό

  6. ΠΩΠΩ
    ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΕP
    ΑΛΜΠΟΥΜ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΤΟ 21 ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ1!!!
    Με George Emmanuel και J. V. Maelstrom
    Εντάξει MAGUS ΠΑΡΕ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΜΟΥ
    Του χρόνου πιστεύω θα βγούνε απίστευτα releases όπως Yoth iria , Darkthrone , Necromantia
    Θέλω να μάθω περισσότερα για αυτό που ανέφερε σχετικά για τον Blood Baron ”όσο και βαθύτερα φιλοσοφικά”

  7. Clansman

    Ωραια πραγματα μαθαμε…
    Περιμενουμε το καινουργιο αλμπουμ και τον δυο!!

Αφήστε μια απάντηση