Χρονολογία: 2021
Συνολικός Χρόνος: 51:41
Εταιρεία: Sleazy Rider Records
Οι VERSUS feat. ANGELO PERLEPES, είναι ένα συγκρότημα που ξεκίνησε πίσω στο 2009. Δύο έμπειροι μουσικοί της ελληνικής σκηνής, ο Άγγελος Περλεπές και ο Χρήστος Καλιμούκος συναντήθηκαν με τους Σταμάτη Μαντίκα, Jimmy Sera και Άγγελο Ριγόπουλο για να δημιουργήσουν μια μπάντα που εξαρχής δήλωσε ως στόχο της να παράξει έναν ήχο σαν αυτόν της δεκαετίας του ’70. Όπως οι ίδιοι εξηγούν: «οι VERSUS δεν είναι μια tribute μπάντα ή μια wanna be μπάντα, αλλά είναι μάλλον ένα project που θέλει να εξερευνήσει μια διαφορετική μουσική έκφραση από τη σημερινή».
Κάτι περισσότερο από μια δεκαετία μετά, η μπάντα υπέγραψε με την Sleazy Rider Records και το άλμπουμ «Confession» κυκλοφόρησε το 2021. Στην ανακοίνωση της εταιρείας αναφέρεται: «Υπογράψαμε συμβόλαιο με τους VERSUS, την μπάντα που σχηματίστηκε από τον βιρτουόζο κιθαρίστα Άγγελο Περλεπέ στα τέλη της δεκαετίας του ‘70». Είναι λοιπόν, οι VERSUS το όνομα της πρώτης μπάντας που δημιούργησε ποτέ ο Έλληνας κιθαρίστας, ακόμη και πριν τους MYSTERY; Σε αυτήν την ερώτηση δεν μπόρεσα να βρω απάντηση… Αυτό όμως που είναι ξεκάθαρο και από τις δηλώσεις των VERSUS είναι πως «η συνθετική προσέγγιση, η ενορχήστρωση και η εκτέλεση, δίνουν στον ακροατή την εντύπωση πως πρόκειται για μια μπάντα που ταξίδεψε από τα ’00s πίσω στα ‘70s».
Πριν ακόμη ακούσω το άλμπουμ για πρώτη φορά, ήμουν εντυπωσιασμένος από τις δηλώσεις. Τα στάνταρντ που έθεταν οι μουσικοί ήταν ιδιαιτέρως υψηλά. Γυρίζοντας τις πλάτες τους στις μοντέρνες παραγωγές, ψάχνοντας έναν ήχο που καθορίστηκε από την «αναλογική εποχή». Προσπαθώντας να κάνουν μουσική που αναπόφευκτα θα συγκρίνονταν με τα μεγαλιθικά hard rock μνημεία των 70s! Τι να πω, ανυπομονώ… να ρίξουμε μια (ψηφιακή) ακρόαση;
Εννιά κομμάτια, επτά εκ των οποίων συνθέσεις που για πρώτη φορά ηχογραφούνται και που χρονολογούνται μεταξύ του 1979 και του 1983, μια διασκευή του «Erbarne Dich, Mein Gott» («Δείξε μου το έλεός σου, Θεέ μου») και μια ζωντανή στουντιακή βερσιόν του τραγουδιού «Mystery» που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στο ομότιτλο ντεμπούτο των ANGELO PERLEPE’s MYSTERY το 1991 φτάνουν τη συνολική διάρκεια των 52 λεπτών.
Αλλά όπως λέει η παροιμία «καθείς κρίνεται από τις πράξεις του κι όχι από τα λόγια του». Η πρώτη ακρόαση του άλμπουμ θα έλεγα ήταν δύσκολη. Η παραγωγή μου ακούστηκε «περίεργη» και μου φάνηκε μη επαρκώς ισορροπημένη. Ο ήχος του ταμπούρου με ταλαιπώρησε από την αρχή ως το τέλος και το cowbell (ναι, έχει cowbell μέσα), ήταν πολύ δυνατά ενώ τα toms πολύ χαμηλά στη μίξη όπως και η μπότα. Γενικά, δεν μου άρεσε καθόλου ο ήχος των τυμπάνων. Ωστόσο, σκέφτηκα να γυρίσω πίσω σε κάποια κλασικά άλμπουμ του ’70 για να ξανακούσω αυτό το συγκεκριμένο «χρώμα» της εποχής κι αργότερα να επιστρέψω πίσω στο «Confession» για μερικές ακόμη ακροάσεις.
Έτσι λοιπόν διάλεξα το «Stormbringer» των DEEP PURPLE, το «Nightlife» των THIN LIZZY, το ομώνυμο των RAINBOW (αναζητώντας το cowbell) και το «Firefly» των URIAH HEEP. Μετά, ξαναγύρισα στο «Confession» των VERSUS και μερικές ακροάσεις αργότερα, μπορώ να πω πως καταλαβαίνω καλά το όραμα της μπάντας και ναι, όντως πρόκειται για ένα άλμπουμ που προσπαθεί να κοντράρει τα άλμπουμ των 70s όσον αφορά στον ήχο. Αλλά δεν είναι «εκεί». Με το μεγαλύτερο πρόβλημα κατά τη γνώμη μου να εξακολουθεί να είναι ο ήχος των τυμπάνων.
Σε σχέση με την τραγουδοποιία, θα έλεγα ότι είναι ένα αξιοπρεπές άλμπουμ. Υπάρχουν κομμάτια που στα αυτιά μου ξεχωρίζουν όπως τα «Feelong Down (No More)» και «Burning Eyes», αλλά υπάρχουν κι άλλα που καταλαβαίνω το γιατί μείναν κλεισμένα στο συρτάρι τόσα χρόνια. Ήταν η διασκευή του Μπαχ αναγκαία; Ειλικρινά δεν ξέρω. Από τη σκοπιά του δημιουργού καταλαβαίνω γιατί κάποιος μπορεί να ένιωσε την ανάγκη να επανερμηνεύσει ένα κλασικό αριστούργημα. Από την πλευρά του ακροατή, δεν μπορώ να συναντηθώ με την οπτική της μπάντας σε αυτή την επιλογή. Η εκτέλεση ήταν μονότονη κι εκτός από το διάλογο ανάμεσα στην κιθάρα και τα πλήκτρα από την αρχή μέχρι το τέλος ενορχηστρωτικά δεν συμβαίνει τίποτα. Το στουντιακό live «Mystery» ήταν μια όμορφη πινελιά που κλείνει το άλμπουμ, δείχνοντας πως η μπάντα έχει και την ενέργεια και το attitude για να σταθεί ψηλά στη σκηνή.
Κλείνοντας αυτή τη δισκοκριτική, θα ήθελα να επαναλάβω πως καταλαβαίνω τη δυσκολία και το κουράγιο που χρειάζεται για να πάρεις το ρίσκο να ηχογραφήσεις ένα άλμπουμ με τα κριτήρια που έθεσαν οι μουσικοί για τους εαυτούς τους. Και σέβομαι τους VERSUS που πήραν αυτό το ρίσκο με το «Confession». Αλλά ο χρόνος πέρασε στην αθανασία τη δεκαετία του ’70 μέσα από «μια χούφτα» άλμπουμ γιατί κατά τη γνώμη μου το κάθε ένα από αυτά συνδύαζε 3 στοιχεία: α) τους ικανότατους ηχολήπτες και παραγωγούς που αναζητούσαν έναν μια νέα «εκδοχή» του σκληρού ήχου με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον κι όχι στο παρελθόν, β) τραγουδοποιία απαράμιλλης ποιότητας και γ) μουσικούς με πραγματικά ασυνήθιστες ικανότητες. Οι VERSUS μοιάζουν με τον Δαυίδ που στέκει απέναντι στον Γολιάθ και φοβάμαι πως αυτή τη φορά η σφεντόνα μάλλον δεν βρήκε το στόχο της…
Βαθμολογία: 6/10
Συντάκτης: Γιάννης Τζιάλλας
Related Link: VERSUS feat. ANGELO PERLEPES – Επίσημη Σελίδα
Δεν μπορώ να κρίνω καθώς μιλάμε για μεγάλο μέρος της Heavy Metal from Hellas ψυχής μας! Ατελείωτο Respect! Θα ακούσω σίγουρα!