Χρονολογία: 2020
Συνολική Διάρκεια: 45:00
Εταιρεία: AFM Records
Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη κι εδώ, όταν μιλάμε για κούκο, εννοούμε ξεκάθαρα τον Ross «The Boss» Friedman. Από εκεί που ξεκίνησε με τις καλύτερες προοπτικές (στους THE DICTATORS) και βρέθηκε στα μεγάλα σαλόνια ως συνιδρυτής των τεράστιων MANOWAR, κατέληξε να έχει τη δική του «μικρή» μπάντα. Εντάξει από την μία μεριά, καθόλου άσχημα γιατί παραμένει ακόμα στο προσκήνιο αλλά από την άλλη, θα μπορούσε και καλύτερα. Ειδικότερα μιλώντας, οι συνθέσεις του νέου πονήματός του, είναι μέτριες. Το άλμπουμ ακούγεται ανέμπνευστο και μονότονο, με την ακρόασή να καταντάει “αγγαρεία”, τουλάχιστον στα δικά μου αυτιά. Παρακάτω εξηγούνται αναλυτικά οι λόγοι…
ς ξεκινήσουμε από τα καλά νέα όπου ξεχώρισα κάποιες στιγμές, όπως στα «Glory To The Slain», ένα δυνατό εναρκτήριο κομμάτι με έμφαση στην κιθάρα και στα σόλο και παράγωγη όσο πρέπει ρετρό, θυμίζοντας ένδοξες NWOBHM εποχές. Επίσης, στο «Fight The Fight» ακούμε ένα Heavy αργόσυρτο riff και ένα όμορφο «Bluesy» σόλο. Το τραγούδι μου θύμισε DIO και NEVERMORE σε mid tempo φόρμες, τόσο όσον αφορά τη δομή του όσο και στα φωνητικά. Επιπλέον, το «Denied by The Cross» είναι δυναμίτης, αρκετά σε ύφος PRIEST και JAG PANZER – ίσως το καλύτερο του άλμπουμ. Τέλος, το μόνο αυθεντικό τραγούδι με χαρακτήρα και με ωραία ροη αποτελεί το «Waking The Moon».
Πάμε στα άσχημα όμως τώρα: Το «Shotgun Evolution» είναι δίσκος όνομα και πράγμα: πιστόλι – με την κακή έννοια όμως. Μια που μπήκε και μία που βγήκε περνώντας χωρίς να ακουμπήσει καν! Στο «Born Of Fire» τα νέον λαμπάκια με την επιγραφή JUDAS PRIEST αναβοσβήνουν σαν τρελά, κάτι που σαφώς δίνει την εντύπωση ότι υπάρχει έλλειψη έστω και ελάχιστης πρωτοτυπίας. Τα τραγούδια είναι κάπου επαναλαμβανόμενα. Ενώ ξεκινάνε με αιχμηρά riffs γεμάτα υποσχέσεις, έτοιμα να προσφέρουν ρίγη συγκίνησης, μπαίνουν αυτές οι ξενέρωτες γέφυρες και τα ρεφραίν που σε «αφήνουν» αμέσως. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού το «Demon Holiday». Ο Mark Lopes ομολογουμένως, είναι ένα κρυμμένο ταλέντο αλλά στο «Godkiller» κάνει υπερπροσπάθεια να ακουστεί σαν τον Eric Adams. Οπότε, θα τον παρομοίαζα ως «King Of Karaoke» αντί για «King Of Metal». Τα τελευταία δύο κομμάτια αποτελούν κάτι ελάχιστα καλύτερο από fillers.
Εν κατακλείδι εδώ πάλι έχουμε να κάνουμε με ένα δίσκο που μιλάει για επικές καταστάσεις, για μάχες με μάγους και σπαθιά μόνο που το ατσάλι δεν είναι και τόσο ανοξείδωτο αυτή τη φορά. Αυτό το άλμπουμ είναι κατώτερο του προκατόχου του, το οποίο είναι μια «true Manowarrior story». Άραγε οι πύλες της Βαλχάλα, ακούγοντας αυτό τον δίσκο θα ντρεπόντουσαν και θα τις «έτρωγε στα μούτρα» ο Ross ή θα έκαναν τα στραβά μάτια (ή καλύτερα τ’ αυτιά) λόγω της ιστορίας του – που του δίνει το απεριόριστο πάσο και θα του επέτρεπαν την είσοδο; Ιδού λοιπόν το ερώτημα που τίθεται , στο οποίο μετά από άκουσμα του δίσκου κλίνεστε να απαντήσετε και εσείς οι ίδιοι…
Βαθμολογία: 5/10
Συντάκτης: Νίκος Μαθιόπουλος
Διαδικτυακός Σύνδεσμος: ROSS THE BOSS – Επίσημη Σελίδα