Πολλά συγκροτήματα έχουν βρει πρόσφορο έδαφος τα τελευταία χρόνια για να επιστρέψουν στο προσκήνιο ύστερα από πολυετή περίοδο απουσίας. Μια τέτοια περίπτωση είναι και αυτή των θρυλικών CELESTIAL SEASON από την Ολλανδία. Αφού κέρδισαν τους οπαδούς του Doom/Death ήχου στο πρώτο μισό των 90ς, αλλάξανε εντελώς προσωπείο στα του τέλη αιώνα ακολουθώντας ένα πιο Stoner μονοπάτι, με αποτέλεσμα να αποξενώσουν έτσι ένα μεγάλο κομμάτι των παλιών οπαδών τους. Το συγκρότημα πλέον επέστρεψε με το καταπληκτικό “The Secret Teachings”, το οποίο μας ταξιδεύει στις χρυσές μέρες του ατμοσφαιρικού Doom/Death. Το THEGALLERY.GR είχε την ευκαιρία να μιλήσει με τον Jason Kohnen, ιδρυτικό μέλος και ντράμερ του συγκροτήματος, για μια πληθώρα θεμάτων, από τον συμβολισμό της μουσική τους έως την αγάπη του για το παραδοσιακό Doom και την επίδραση των… μαγικών μανιταριών!
– Γεια σου Jason. Συγχαρητήρια για το νέο σας άλμπουμ που είναι καταπληκτικό. Όλοι οι οπαδοί του είδους έχουν πάθει πλάκα από την ποιότητα του άλμπουμ. Ιδιαίτερα όταν ήρθε από το πουθενά. Κανείς δεν το περίμενε, ή τουλάχιστον εγώ! (γέλια) Πως προέκυψε λοιπόν; Έχουν περάσει 10 χρόνια από τότε που φύγατε από τη σκηνή ή που διαλύσατε.
Jason Kohnen: Λοιπόν, ανάλογα με το πώς θα δούμε τις, ας πούμε, δύο οντότητες της μπάντας, ναι, το Stoner μέρος έληξε το 2011 νομίζω ή με την μεμονωμένη εκείνη εμφάνιση στο Roadburn. Οπότε αποκαλούμε το άλλο κομμάτι την Doom εποχή της μπάντας. Τα πάντα μέχρι το άλμπουμ «Solar Lovers». Έχουν περάσει είκοσι πέντε χρόνια από τότε και αυτός ήταν επίσης και ένας από τους λόγους που ξαναβρεθήκαμε μαζί. Εν συντομία, αυτή η ιστορία πήγε κάπως έτσι: Πάντα κρατούσαμε επαφή. Θέλω να πω, με το τεράστιο ποσό των αλλαγών στο line-up που έχουν υπάρξει και τα όλα αυτά, δεν υπήρξε ποτέ κανένα είδος εχθρότητας ανάμεσά μας, πραγματικά. Έτσι ο καθένας είχε αποδεχτεί και σεβαστεί, το πώς γίνανε τα πράγματα. Γιατί αν κοιτάξετε το line-up του τελευταίου άλμπουμ «Lunchbox Dialogues» σε σύγκριση με το «Forever Scarlet», μιλάμε για δύο διαφορετικές μπάντες.
– Μόνο δύο μέλη παρέμειναν τα ίδια, σωστά;
Jason Kohnen: Ναι. Εγώ έπαιξα μέχρι και το «Orange». Μετά ανέλαβε ο ηχολήπτης μας, ο Jacques, όταν σταμάτησα. Έτσι, για αυτή την εποχή του Doom, θα προσπαθήσω να δω αν μπορώ να σου εξηγήσω τι έγινε με συνεκτικό τρόπο. Επειδή υπάρχουν πολλοί παράγοντες που μεσολάβησαν για το νέο άλμπουμ. Βασικά, όλοι μείναμε σε επαφή μεταξύ μας. Ο Lucas που παίζει μπάσο, είναι παντρεμένος με την ξαδέρφη μου. Που σημαίνει ότι είμαστε σαν οικογένεια. Και ξέρεις, συναντιόμασταν μια στο τόσο, και πάντα μιλούσαμε για τις παλιές καλές μέρες της μπάντας και πόσο ωραία περνάγαμε στο στούντιο και όλα αυτά. Έτσι, υπήρχε πάντα αυτός ο σπόρος. Με τον Olly που παίζει κιθάρα, πηγαίναμε μαζί στο λύκειο. Γνωριζόμαστε από το 1985. Έχουμε παίξει και σε κάποια άλλα Metal συγκροτήματα στο παρελθόν. Έτσι, υφίσταται μια ιστορία μακροχρόνιων φιλιών.
Σε κάποια φάση, αφού συνάντησα τον Lucas ξανά, κάποιο είδος σπόρου άρχισε να μεγαλώνει πάλι. Ειδικά όταν μεγαλώνεις λίγο και αρχίζεις να κοιτάς πίσω σε περιόδους της ζωής σου, οι οποίες ήταν πολύ καλές και πολύ συναισθηματικές. Έτσι, αυτοί οι σπόροι άρχισαν να μεγαλώνουν λίγο περισσότερο, και μίλησα με τον Lucas και του είπα ότι ένιωθα αρκετά εμπνευσμένος για την μπάντα. Αλλά το πιο σημαντικό μέρος ήταν, και ίσως το μόνο ελάττωμα στους CELESTIAL SEASON, όταν ηχογραφήσαμε το «Solar Lovers». Όταν πήγαμε από το «Solar Lovers» στο «Orange», προφανώς, πήγε από τον Stefan στον Cyril στα φωνητικά. Ήμασταν νέοι, ήμασταν περίπου 21, όταν ηχογραφήθηκε το «Solar Lovers», και έδιωξα τον Stefan από το συγκρότημα. Πάντα το μετάνιωνα αυτό, γιατί δεν έγινε με πολύ καλό τρόπο. Έτσι, υπήρχε πάντα κάτι που ένιωθα ότι έπρεπε να διορθωθεί επειδή ήμασταν ένα έντονο συγκρότημα και υπήρχε μεγάλη επιτυχία και ξέρεις, μεγαλώνεις μουσικά, ωριμάζεις, και εξελίσσεσαι πολύ γρήγορα και μαθαίνεις. Δεν νομίζω ότι δεν είσαι αρκετά ώριμος για να πραγματοποιήσεις επιλογές που κάνεις ή να αναλύσεις τις επιλογές που κάνεις. Άρα αυτό ήταν το μόνο ψεγάδι στο συγκρότημα. Είχα να μιλήσω στον Stefan 25 χρόνια. Δεν είναι ότι είχαμε καμιά διαφωνία ή κάτι τέτοιο, απλά το πέρασμα του χρόνου. Έτσι, τηλεφώνησα στον Olly και τον ρώτησα πώς θα αισθανόταν να βάζαμε ξανά μπροστά την Doom εποχή της μπάντας. Αλλά μόνο αν ο Stefan θα συμφωνούσε να γυρίσει και αυτός. Εξήγησα στον Olly την ιδέα που θα ήθελα να προτείνω η οποία είναι: Φαντάσου αν είχαμε μια μηχανή του χρόνου και μπορούσαμε να πάμε πίσω στο 1995 και να είχαμε λάβει την απόφαση να κάνουμε ένα άλμπουμ μετά το «Solar Lovers» με εκείνο το line-up αντί να προχωράγαμε στην Stoner εποχή. Είναι όπως βλέπεις στις ταινίες, με χρονοδιαγράμματα, κύματα, ξέρεις, αν κάνετε την επιλογή Α πας εκεί κλπ.
Κατευθείαν ο Olly ήταν μέσα. Το ίδιο και ο Pim (κιθάρα) και ο Lucas. Έτσι έστειλα ένα e-mail στον Stefan, ξαφνικά μετά από 25 χρόνια και είπα, “Θέλεις να πάμε για ένα καφέ γιατί θα ήθελα να σου μιλήσω;” Πρώτον, ήθελα να ξεκαθαρίσουμε ότι είχε συμβεί πριν από 25 χρόνια. Κάτι που θα έπρεπε να είχα ζητήσει συγγνώμη για πολύ νωρίτερα και αυτό έγινε μόλις μέσα σε πέντε λεπτά. Οπότε όλα ήταν εντάξει μεταξύ μας, έτσι στη συνέχεια τον ρώτησα αν ενδιαφέρονταν να συνεχίσει με την μπάντα και να κάνει ένα νέο άλμπουμ. Και συμφώνησε. Αυτό ήταν λοιπόν. Αυτή η ενέργεια του 1995 εμφανίστηκε ξαφνικά. Απλά άνθισε πάλι. Είχα κάποιες πρόχειρες ιδέες, τις έδωσα στον Olly, τις έδωσα στον Pim, και όλοι αρχίσαμε να δουλεύουμε μέσω του διαδικτύου. Ο Stefan δεν είχε ασχοληθεί με τη μουσική από τότε, οπότε είχε να τραγουδήσει 25 ολόκληρα χρόνια! Είχαμε ολοκληρώσει το βασικό σχέδιο του δίσκου μέσα σε ίσως ενάμιση μήνα. Ήταν σαν τα τραγούδια να περίμεναν σε ένα δάσος να πάμε να τα “μαζέψουμε”. Και όμως ήταν καταπληκτικό! Είχαμε αυτή την καταπληκτική ενέργεια κατά τη σύνθεση της μουσικής. Θέλαμε να συνεχίσουμε ακριβώς από εκεί που το αφήσαμε τότε, αλλά έχουμε όλοι μεγαλώσει. Είμαστε μεγαλύτεροι, έχουμε οικογένεια, έχουμε παιδιά και όλα αυτά. Έχουμε πολλές εμπειρίες ζωής. Έτσι, θέλαμε να πάρουμε την ιδέα του Doom Metal λίγο περισσότερο στο εσωτερικό και στο πνευματικό κόσμο αντί, ξέρεις, τα στερεότυπα των κρανίων και των τάφων, τα οποία είναι ακόμα διασκεδαστικά, αλλά θέλαμε να βάζαμε αυτή τη μαγεία, ότι έχουμε διαβάσει καθώς και τις διάφορες επιρροές μας μέσα στη μουσική. Αυτό είναι βασικά το πώς ξεκίνησε η όλη φάση και ναι, επικοινωνήσαμε και με τη Jiska (βιολί). Και ήταν και αυτή μέσα αμέσως επίσης. Δεν το πίστευε ότι είμασταν ξανά μαζί! Οπότε, ναι, έτσι έγινε. Συνδυάσαμε το καλύτερο κομμάτι από τα πρώτα μας δύο άλμπουμ. Ο Robert ο κιθαρίστας, ο αδελφός του Stefan, θα είχε συμμετάσχει ευχαρίστως αν δεν ήταν ότι δεν είχε αγγίξει την κιθάρα για 20 χρόνια. Οπότε κάπως έτσι έγιναν τα πράγματα.
– Πολύ ενδιαφέρον. Οπότε πόσο καιρό πριν ήταν όταν επικοινώνησες με τον Olly για να ξεκινήσετε πάλι την μπάντα;
Jason Kohnen: Αυτό ήταν πιθανώς γύρω στον Οκτώβριο του περασμένου έτους, Οκτώβριος-Νοέμβριος. Πριν από ένα χρόνο βασικά.
– Ένα χρόνο ακριβώς! Οπότε μπορούμε να πούμε ότι τα πράγματα κινήθηκαν αρκετά γρήγορα. Ας πάμε πίσω στο χρόνο λίγο τώρα. Πολλοί άνθρωποι εξεπλάγησαν που αλλάξατε τον ήχο σας από Doom Death σε Stoner. Ήμουν αρκετά απογοητευμένος και εγώ όταν ήμουν νεότερος. Συνέχεια αναρωτιόμουν “Γιατί το έκαναν αυτό;” Αλλά τώρα, όταν ακούω τα παλιά άλμπουμ σας και πάλι, μπορώ να ακούσω σε αυτά κάποια groovy και stoner στοιχεία, ακόμη και στο «Soler Lovers». Το τραγούδι “Solar Child” για παράδειγμα έχει ένα πολύ groovy ρυθμό σε αυτό. Τι έγινε, λοιπόν; Πώς αποφασίσατε να αλλάξετε τον ήχο της μπάντας; Μέσα σε ένα χρόνο μόλις;
Jason Kohnen: Η απάντηση είναι αρκετά εύκολη. Μπορώ να σου δώσω μια λέξη. Λέγεται μανιτάρια. (πολλά γέλια)
– Εντάξει, αυτό εξηγεί πολλά (γέλια).
Jason Kohnen: Είναι ουσιαστικά ο μεγαλύτερος λόγος για αυτή την αλλαγή. Θέλω να πω, ξέρεις, η ψυχεδέλεια ήταν πραγματικά το πράγμα που ενίσχυσε το groove στοιχείο και αυτό το κομμάτι της ψυχεδέλειας που είχαμε ήδη στο «Solar Lovers». Νομίζω ήταν το καλοκαίρι του ‘95 ή ‘96, υπήρχε αυτό το τεράστιο φεστιβάλ μανιταριών που μας επηρέασε αρκετά μπορώ να πω. Και προφανώς, είχες και τα συγκροτήματα που έβγαιναν τότε… όλοι πχ. ακούγαμε πολύ τους THE OBSESSED και το «The Church Within» άλμπουμ, το οποίο είναι πολύ groovy, και ήταν μια μεγάλη επιρροή στο άλμπουμ. Οι ST. VITUS επίσης, η οποίοι είναι λίγο πιο groovy καθώς και Doom σε μέρη. Νομίζω ότι ήταν ένα κομμάτι μιας φυσικής αλλαγής η οποία συνέβαινε εκείνη την εποχή. Επίσης, τα συγκροτήματα που ακούγαμε, συγκροτήματα όπως οι KYUSS για παράδειγμα. Αλλά το «Solar Child» που ανάφερες, δεν επηρεάστηκε τόσο πολύ από KYUSS όσο από τους THE OBSESSED. Και ναι, νομίζω ότι έχοντας παίξει, ξέρεις, αργή μουσική από το ‘91 έως το ‘95, και καθώς ωριμάζεις και μεγαλώνεις, θέλεις να προκαλέσεις τον εαυτό σου περισσότερο. Νομίζω ότι σίγουρα θα είχα κάνει αυτήν την αλλαγή διαφορετικά, ιδιαίτερα αν τα μανιτάρια δεν θα ήταν στην εικόνα τόσο πολύ. Έπειτα με το «Orange» στη συνέχεια, ξέρεις, όταν έφυγα από το συγκρότημα, η ψυχεδέλεια περιορίστηκε λίγο και στη συνέχεια τα άλλα παιδιά, ειδικά οι Olly, Pim και Cyril, κινήθηκαν περισσότερο σε ένα Stoner Grunge ύφος, έτσι ώστε στη συνέχεια εξελίχθηκαν λίγο περισσότερο.
– Ναι, ακούγοντας αυτά τα άλμπουμ πάλι, μπορώ επίσης να ακούσω κάποια πράγματα όπως QUEENS OF THE STONE AGE. Αλλά τότε, δεν ήταν πολλοί metal οπαδοί που άκουγαν αυτό το είδος της μουσικής.
Jason Kohnen: Βασικά οι συγκεκριμένοι δεν υπήρχαν. Νομίζω ότι το πρώτο άλμπουμ είναι γύρω στο 97 ή κάτι τέτοιο.
– Ναι, είναι τέλη της δεκαετίας του ’90. Αλλά μιλάω περισσότερο για το άλμπουμ «Lunchbox Dialogues». Παρεμπιπτόντως, το συγκρότημα διέλυσε μετά από αυτό το άλμπουμ;
Jason Kohnen: Όχι, απλά σταμάτησαν. Απ’ όσο ξέρω, είναι ότι είχαν τους στόχους τους και τους έφτασαν δημιουργικά. Προφανώς, αν δεν καταφέρεις να φτάσεις ένα σημείο όπου είσαι οικονομικά ανεξάρτητος και μπορείς να κάνεις περισσότερα πράγματα τότε θα πρέπει να εργαστείς. Έτσι, απ’ όσο ξέρω, ήταν χαρούμενοι, και έφτασαν αυτούς τους συγκεκριμένους δημιουργικούς στόχους που ήθελαν να κάνουν. Ο καθένας είχε τη δουλειά του. Ο Rob ο ντράμερ, είναι ο σύζυγος της Anneke των THE GATHERING η οποία γινόταν ολοένα και πιο επιτυχημένη. Ο Zacques εξακολουθεί να είναι ένας πολύ καλός τεχνικός ήχου. Νομίζω ότι ο Olly μετά ή λίγο πριν παίξει στο… Όχι, ήταν ο Zacques και ο Rob που έπαιξαν μαζί με τον Garcia στους John Garcia’s KYUSS. Νομίζω για μια περιοδεία. Έτσι, συνέχισαν. Ο Cyril, νομίζω ότι ξεκίνησε το δικό του συγκρότημα όπου ήθελε να είναι και τραγουδιστής αλλά και τραγουδοποιός. Έτσι, νομίζω ότι για εκείνο το σημείο οι CELESTIAL έφτασαν τα πράγματα που ήθελαν να κάνουν για εκείνο το line-up.
– Μάλιστα. Το 2011 κυκλοφόρησε το «Decamerone» ως single. Ήταν μια κίνηση για να δοκιμάσετε τα νερά και να δείτε πώς είναι τα πράγματα;
Jason Kohnen: Θυμάμαι τον Olly να έρχεται σε επαφή μαζί μου εκείνη την περίοδο, για το αν ενδιαφερόμουν να συμμετάσχω. Αλλά επειδή είχα άλλα μουσικά projects, του είπα ότι δεν έχω καμία πρόθεση να συμμετάσχω σε κάποια μπάντα tribute σε αυτό το σημείο της μουσικής μου σταδιοδρομίας. Και ο λόγος που ηχογράφησαν το «Decamerone» είναι νομίζω ότι επειδή ο Walter του Roadburn τους κάλεσε να ερμηνεύσουν το «Solar Lovers» στο σύνολό του. Γι’ αυτό νομίζω ότι κυκλοφόρησαν ξανά το «Decamerone». Απ’ όσο ξέρω η πρόθεσή τους δεν ήταν εκεί για να γράψουν ένα νέο άλμπουμ, ήταν καθαρά για να κάνουν μια περιοδεία, να κάνουν το Roadburn και να περάσουν καλά στο ενδιάμεσο. Έτσι, όλα είναι κομπλέ με τους CELESTIAL SEASON. Προσωπικά δεν θα έκανα αυτή την επιλογή. Και αυτό είναι κάτι που είπα στα άλλα παιδιά, αλλά ξέρεις, το «Decamerone» είναι ένα από τα τραγούδια που έγραψα οπότε τους έδωσα το απόλυτο ok για να το ηχογραφήσουν.
– Εντάξει, πίσω στο άλμπουμ τώρα. Καθώς το ακούω, πρέπει να πω ότι έχετε συλλάβει την ατμόσφαιρα του Doom Death των mid 90s. Την ίδια στιγμή, δεν ακούγεται σαν ένας ξεπερασμένος ήχος αλλά φρέσκος. Έχει πράγματα να πει και, κατά κάποιο τρόπο, μπορεί να δείξει πώς ο ήχος μπορεί να εξελιχθεί σε νέα μονοπάτια. Νομίζω ότι μου είπες ότι αυτό σας βγήκε εντελώς φυσικά;
Jason Kohnen: Απολύτως! Προφανώς είχαμε κάποιες συζητήσεις, καθώς ήταν μια απίστευτα μεγάλη πρόκληση. Δεν ηχογραφούσαμε απλά ένα άλμπουμ. Θέλω να πω, ας πούμε ότι είχαμε περίπου δύο ή τρεις στόχους. Ο ένας ήταν να, όπως είπα, να κάνουμε αυτό το άλμπουμ σαν να ήταν το 1996 ή κάτι τέτοιο. Έτσι, προφανώς ο ήχος έπρεπε να είναι λίγο παρόμοιος με εκείνης της περιόδου, γιατί αν πηγαίναμε σε μια πλήρως υψηλής τεχνολογίας καθαρή, ξέρεις, 21ου αιώνα παραγωγή, θα ήταν πολύ διαφορετικά. Γι’ αυτό έπρεπε να κάνουμε κατά κάποιο τρόπο ένα βήμα πίσω και ας πούμε σε εισαγωγικά να χαμηλώσουμε τα στάνταρ της παραγωγής, γιατί ο δίσκος θέλαμε να ακουστεί σαν την συνέχεια από τότε. Δεχτήκαμε μια μικρή κριτική σχετικά με αυτό, και το καταλαβαίνω, αλλά οι άνθρωποι δεν κατάλαβαν πραγματικά την όλη ιδέα διότι λέγανε “ω, η παραγωγή ακούγεται σαν αν είναι ακόμα από τη δεκαετία του ’90 …” Και αυτός ήταν ο στόχος.
– Για μένα αυτό είναι που το κάνει τόσο ξεχωριστό.
Jason Kohnen: Προφανώς, δεν μπορείς ποτέ να ευχαριστήσεις τους πάντες. Δεν το βάλαμε αυτό, το οποίο ίσως θα έπρεπε να το είχαμε βάλει στη δήλωση τύπου, ότι ο στόχος μας δεν ήταν απλά να κυκλοφορήσουμε ένα άλμπουμ. Όχι. Θα αποτίνουμε φόρο τιμής πρώτα στους παλιούς μας οπαδούς για την εκπληκτική υποστήριξη που είχαμε πάντα και τον τρόπο με τον οποίο εκτίμησαν τη μουσική μας. Ναι λοιπόν, ο στόχος νούμερο ένα ήταν να κάνουμε ένα άλμπουμ για τους οπαδούς που ήταν απογοητευμένοι μετά το «Solar Lovers» και όλα τα υπόλοιπα στη συνέχεια θα ήταν ένα μπόνους και φυσικά να πετύχουμε τον ήχο όπως ήταν τότε με τις τωρινές τεχνικές και να το κάνουμε λίγο πιο φρέσκο. Οπότε μια ισορροπία.
– Σωστά. Ποιος είναι ο κύριος συνθέτης των τραγουδιών; Ή είναι ομαδική προσπάθεια;
Jason Kohnen: Εγώ γράφω τα περισσότερα από τα τραγούδια, όπως και στο «Solar Lovers» επίσης. Νομίζω ότι σε αυτό το άλμπουμ, έγραψα πιθανώς περίπου το 60% των τραγουδιών και στη συνέχεια ο Olly περίπου το 25-30% και το υπόλοιπο όλη η μπάντα μαζί.
– Σε σύγκριση με εκείνες τις ημέρες, πως διαφέρουν τα πράγματα όσο αφορά το να γράφεις και να ηχογραφείς μουσική; Ή είναι το ίδιο για σένα;
Jason Kohnen: Είναι εντελώς διαφορετική. Με το «Solar Lovers» ήμασταν στο στούντιο για μια εβδομάδα, ξέρεις, και προσπαθούσαμε να αποφύγουμε να μεθύσουμε και όλα αυτά τα “όμορφα” που κάνεις όταν είσαι νέος. Τώρα όμως μπορείς να γράφεις και να ηχογραφείς μουσική από το σπίτι σου και αυτό εξοικονομεί πολλά χρήματα, επειδή είχαμε μηδενικό προϋπολογισμό για αυτό το άλμπουμ. Και αυτό είναι ίσως κάτι που μερικοί κριτικοί δεν βλέπουν, αλλά είχαμε απολύτως μηδέν ευρώ για προϋπολογισμό. Επενδύσαμε κάποια χρήματα μόνοι μας και η Burning World κάλυψε τα έξοδα mastering για τον James Plotkin. Αλλά για τα υπόλοιπα νομίζω ότι ολόκληρος ο προϋπολογισμός του άλμπουμ ήταν πιθανώς 500 ευρώ ή κάτι τέτοιο. Έτσι, αυτό είναι το πλεονέκτημα του να είναι σε θέση να ηχογραφείς από το σπίτι. Νομίζω ότι ίσως αν συνεχίσουμε στο μέλλον, θα ήταν ενδιαφέρον να συνεργαστούμε με έναν παραγωγό, επειδή έκανα την παραγωγή του άλμπουμ μόνος μου. Και παρόλο που έχω ξανακάνει μουσικές παραγωγές, δεν είχα κάνει ποτέ παραγωγή για Metal άλμπουμ. Ήταν ένα βάπτισμα πυρός για μένα να κάνω μια τέτοια παραγωγή αλλά και να προσπαθήσω να το κάνω να ακούγεται σαν να ήταν ηχογραφημένο στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Αυτό ήταν μεγάλη πρόκληση. Αλλά ναι, πήγε καλά. Είμαστε απίστευτα χαρούμενοι με το πώς πήγε. Οι αντιδράσεις ήταν απλά εκπληκτικές και αυτό είναι το καλύτερο.
– Ξέρεις, αυτή θα ήταν η επόμενη ερώτησή μου. Πώς ήταν οι αντιδράσεις και οι κριτικές; Ξέρω ότι είναι ακόμα νωρίς καθώς πριν πόσο καιρό κυκλοφόρησε το άλμπουμ; Δύο εβδομάδες;
Jason Kohnen: Δύο εβδομάδες, ναι. Νομίζω ότι οι κριτικές άρχισαν να βγαίνουν γύρω στα μέσα Οκτωβρίου. Επίσης στις αρχές Οκτωβρίου είχαμε τους οπαδούς που ξεκίνησαν να παραγγέλνουν το άλμπουμ. Και αυτό ήταν το πιο σημαντικό, όταν είδαμε ότι οι άνθρωποι που ήταν οπαδοί της παλιάς μουσικής τους άρεσε πραγματικά. Ότι ήταν πραγματικά χαρούμενοι. Ήταν απίστευτα ζεστό. Ένιωθα μια ικανοποίηση για αρκετές μέρες γιατί, ξέρεις, αυτός ήταν ο στόχος μας. Καταφέραμε να δώσουμε κάτι πίσω μετά από όλα αυτά τα χρόνια και είναι επίσης κάτι που μας έδωσε την αίσθηση ότι όλα είναι δυνατά. Ίσως δεν είναι δυνατόν να είσαι νέος πάλι ή να πας πίσω στο χρόνο, αλλά μπορείς ακόμα να κάνεις τους ανθρώπους να αισθάνονται για μια στιγμή, όπως τότε. Και είχαμε μερικές μεγάλες αντιδράσεις από ανθρώπους που ήταν, ξέρεις τύποι στα 40 τους που ένιωθαν σαν να ήταν 18 και πάλι, θυμούμενοι τις πρώτες σχέσεις τους και όλα αυτά είναι πραγματικά όμορφα. Ζεσταίνουν την καρδιά. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει πόσοι άνθρωποι βιώναμε τα ίδια σκηνικά. Ήμασταν όλοι στα τέλη της εφηβείας μας ή νεαροί εικοσάρηδες, που περνούσαμε τα βασικά ρομαντικά δράματα της ζωής και αισθανόμασταν κλασσικά πολύ λυπημένοι για τους εαυτούς μας και όλα αυτά τα “όμορφα” πράγματα. Οπότε ήταν υπέροχο να βλέπεις πόσοι άνθρωποι νιώθανε την ίδια σύνδεση με τη μουσική μας. Όσο αφορά τις κριτικές, νομίζω ότι ενενήντα και τις εκατό είναι γύρω στο οκτώ και εννιά. Υπάρχουν πάντα ένας ή δύο άνθρωποι που έχουν διαφορετικό γούστο και γνώμη φυσικά και αυτό είναι μια χαρά. Δεν με πειράζει λίγη κριτική. Σε βοηθάει να κρατήσεις τα πόδια σου στο έδαφος.
– Συμφωνώ. Αν κάποιος μου είχε πει ότι θα επιστρέφατε, αυτός ο δίσκος είναι ακριβώς αυτό που θα ήθελα να άκουγα από εσάς. Αυτός είναι ο ήχος που αγαπώ. Ο ήχος που φέρνει όλες τις αναμνήσεις πίσω. Και το πετύχατε αυτό. Είναι καταπληκτικό! Όταν ακούς την πρώτη νότα του πρώτου τραγουδιού, το πρώτο χτύπημα της μπότας των τυμπάνων, σε ταξιδεύει κατευθείαν στο παρελθόν. Μπράβο σας! Νομίζω ανήκω και εγώ στους οπαδούς που ανέφερες πιο πάνω καθώς είμαι σχεδόν σαράντα! (γέλια)
Είπες ότι η Burning World είναι η νέα σας δισκογραφική εταιρεία. Για να είμαι ειλικρινής, δεν είμαι πολύ εξοικειωμένος με αυτήν. Είναι καινούργια εταιρεία;
Jason Kohnen: Βασικά διευθύνεται από τον Jurgen ο οποίος ήταν κομμάτι του φεστιβάλ Roadburn. Ο Jurgen και ο Walter εργάστηκαν μαζί για πολλά χρόνια και σε κάποια φάση ο Walter, αν δεν κάνω λάθος, συνέχισε με το φεστιβάλ και ο Jurgen ξεκίνησε μια εταιρεία που είναι η Burning World. Ο ίδιος έχει επίσης και την Roadburn Records. Έτσι, όλες οι ζωντανές ηχογραφήσεις από το Roadburn που έχω κάνει ήταν ένα μέρος αυτής της οντότητας. Η Burning World κάνει επίσης όλη την ευρωπαϊκή διανομή για τις κυκλοφορίες της Southern Lord. Το θέμα είναι ότι ξέραμε τον Walter και τον Jurgen από τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Με τους CELESTIAL SEASON παίξαμε στο πρώτο Roadburn γύρω στο 94. Έτσι, υπήρχε πάντα μια σχέση μεταξύ μας και για να είμαι ειλικρινής το μόνο πράγμα που θέλαμε να κάνουμε όταν ηχογραφήσαμε το άλμπουμ ήταν απλά να το κυκλοφορήσουμε σε φυσική μορφή. Να έχουμε μια διανομή. Δεν είχαμε ιδέα για τίποτα άλλο. Ξέραμε ένα πράγμα βασικά. Δεν είχαμε λεφτά. Επίσης ήμασταν πολύ απασχολημένοι για να επικοινωνήσουμε με άλλες εταιρείες και να κάνουμε συμφωνίες και συμβόλαια. Το γεγονός είναι ότι ξέραμε τον Jurgen πολύ καιρό. Ξέραμε ότι έχει μια σταθερή διανομή, διανέμοντας όλες τις κυκλοφορίες της Southern Lord και από το Roadburn. Είναι επίσης στο Άμστερνταμ. Και είναι πολύ αξιόπιστος τύπος. Κάνει καλά τη δουλειά του. Έτσι, επικοινωνήσαμε βασικά με τον Jurgen και είπαμε “Έχουμε ένα νέο άλμπουμ CELESTIAL SEASON και θα θέλαμε να το κυκλοφορήσουμε. Θέλεις να το κάνετε;” Αφού το άκουσε, είχαμε μια συζήτηση, και μας είπε “Ναι! Γιατί όχι; Ας ξανά τυπώσουμε τα δύο παλιά, μια τριάδα, με νέα artwork και τα πάντα.” Και έτσι, έγινε! Έχουμε ακούσει από μερικούς, “Γιατί δεν το κυκλοφορήσατε από τη Century Media ή την Season of Mist ή κάποια παρόμοια εταιρεία.” Δεν θα ήξερα καν με ποιον να επικοινωνήσω σε αυτήν τη περίπτωση. Αλλά αυτό είναι απολύτως εντάξει. Θα ήμασταν απλά ευτυχείς αν ίσως άρεσε σε 50 άτομα, παλιούς οπαδούς. Αλλά έχει πάει πάρα πολύ πιο καλά από όσο περιμέναμε. Πουλάει εκπληκτικά. Νομίζω ότι το άλμπουμ είναι στο σπίτι του. Είναι εκεί που ανήκει. Ξέρεις, ίσως η Burning World να μην είναι τόσο γνωστή στον κόσμο, αλλά ο δίσκος αντιμετωπίζεται με το σεβασμό που του αξίζει από κάποιον που ξέρει ποιοι είμαστε. Κάποιος που ξέρει την ιδέα πίσω από το άλμπουμ, που υποστηρίζει αυτό εντελώς και που υποστηρίζει την κυκλοφορία της μουσικής μας με τον πιο σεβαστό τρόπο. Αυτό είναι το πιο σημαντικό πράγμα για μένα.
– Η εταιρεία ακούγεται το τέλειο ταίρι για σας. Ήταν πολύ καλή επιλογή. Αλλά κυκλοφορήσατε και άλλο ένα άλμπουμ, την συλλογή «The Merciful».
Jason Kohnen: Το είχα ξεχάσει εντελώς αυτό. Θα πρέπει να δώσω κάποια εύσημα στον Roel της Vic Records γιατί πριν από δύο χρόνια επικοινώνησε μαζί μου ή ενάμιση χρόνο πριν, λέγοντας ότι θα ήθελε να κυκλοφορήσει τα demo μας. Αν γνωρίζεις την Vic Records, είναι μια φοβερή μικρή εταιρεία που κυκλοφορεί πολλά ολλανδικά συγκροτήματα, τα demo τους, και πολλά ακυκλοφόρητα πράγματα. Ο Roel είναι ένα απίστευτα παθιασμένος και στοργικός άνθρωπος για τη μουσική, αλλά όπως έχει τα παιδιά του και όλη τη δουλειά του, η κυκλοφορία αυτή κινήθηκε απίστευτα αργά. Θα έπρεπε να είχε κυκλοφορήσει για πρώτη φορά τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους, αλλά λόγω του COVID καθυστέρησε. Έτσι, βγήκε βασικά την ίδια ημέρα με το νέο μας άλμπουμ, δυστυχώς. Ήξερε ότι το νέο άλμπουμ ερχόταν και του είπα επίσης, “Ίσως είναι καλύτερα να περιμένουμε λίγο περισσότερο. Επειδή αυτή η συλλογή πρόκειται να μείνει στην αφάνεια δεδομένου ότι όλος ο τύπος πρόκειται να πάει στο νέο μας άλμπουμ.» Θέλω να πω, δεν νομίζω ότι είχαμε καν χρόνο ακόμα να προωθήσουμε τη συλλογή στη δική μας σελίδα. Παρεμπιπτόντως, θα πρέπει να το κάνω αυτό, οπότε είναι καλό που μου το θύμισες. Νομίζω ότι ο Roel είχε ίσως υποσυνείδητα κάτι να κάνει με την επανεκκίνηση της μπάντας. Τον πίεζα εδώ και καιρό για να κυκλοφορήσει το «Promises» demo και το demo του 1994. Δουλέψαμε στο να φρεσκάρουμε το artwork του demo και αυτό αποτέλεσε την σπίθα για να ανανεώσουμε το artwork του νέου άλμπουμ και των άλλων επανακυκλοφοριών μας. Οπότε σίγουρα αξίζει κάποια εύσημα.
– Και αυτό μας οδηγεί στην επόμενη ερώτησή μου. Το artwork του νέου άλμπουμ, καθώς και των επανακυκλοφοριών. Όλα έχουν αυτή τη μινιμαλιστική και συμβολική προσέγγιση. Τι μπορείς να μας πεις γι’ αυτό;
Jason Kohnen: Βασικά τα σχεδίασα εγώ ο ίδιος. Υπάρχει μια ισχυρή ιδέα από πίσω τους και ήμουν πραγματικά ευτυχής που τα άλλα παιδιά συμφώνησαν και μου έδωσε το πράσινο φως για να το κάνουμε αυτό. Οπότε βασικά, έχεις τρία άλμπουμ. Έχεις το «Forever Scarlet Passion», το «Solar Lovers» και μετά το «The Secret Teachings». Είναι σαν την αγία τριάδα. Το μυαλό, το σώμα και η ψυχή. Το «Forever Scarlet» είναι κόκκινο, το «Solar Lovers» είναι μπλε και το «The Secret Teachings» είναι μπεζ και κίτρινο. Έτσι, έχουμε τα τρία βασικά χρώματα. Στο «Forever Scarlet Passion» υπάρχει ένα αφηρημένο λουλούδι με ένα δάσος πίσω του που αντιπροσωπεύει το τετράγωνο. Το «Solar Lovers» έχει τους κύκλους της δυαδικότητας των φιδιών που είναι ο κύκλος, και στη συνέχεια στο «The Secret Teachings» έχετε την πυραμίδα του λαμπερού φωτός που είναι το τρίγωνο. Έτσι, τότε έχετε τις τρεις αρχέγονες πυθαγόρειες μορφές επίσης. Αυτή είναι βασικά η σημασία. Συνδέονται μεταξύ τους. Έχετε τα κύρια χρώματα. Έχετε τα κύρια στερεά – τα πυθαγόρεια στερεά. Στη συνέχεια, το «The Secret Teachings» έχει το δωδεκάεδρο που είναι το πιο σημαντικό πλατωνικό στερεό. Το σημάδι της ιερής γεωμετρίας που αντιπροσωπεύει το σύμπαν. Υπάρχει μια καρδιά μέσα του και έχετε επίσης τις ακτίνες της φώτισης και τις ακτίνες της γνώσης. Έτσι, αυτό συμβολίζει επίσης το μυαλό, το σώμα και την ψυχή ενωμένα σε αυτό το άλμπουμ. Το «The Secret Teachings» βασίζεται στο βιβλίο αυτού του εσωτερικού συγγραφέα που ονομάζεται Manly P Hall (μου δείχνει το βιβλίο «The Secret Teachings of all the Ages), το οποίο είναι βασικά η βίβλος μου και ήταν μια τεράστια έμπνευση, μεταξύ άλλων. Αυτό ειδικά όμως, προσπάθησα να πάρω τα πάντα, όλες αυτές τις γνώσεις και προσπάθησα να τις βάλω σε αυτό το άλμπουμ. Αυτό με επηρέασε επίσης να προσπαθήσω να επανεφεύρω αυτό που είχες όταν ήσουν νέος, και άκουγες μουσική. Για παράδειγμα, όλοι ακούγαμε IRON MAIDEN και όλοι είδαμε τα εξώφυλλα με τον Eddie που ήταν φανταστικά. Προφανώς, ήμασταν όλοι δεκαοκτώ-δεκαεννέα και γεμάτοι φαντασία και εστιάζαμε την προσοχή μας σε άλλα πράγματα. Αυτό που ελπίζω τώρα και αυτό που μερικοί άνθρωποι σε σχόλια ήδη εντόπισαν, είναι ο συμβολισμός. Υπάρχει πολύς συμβολισμός στο artwork, αλλά υπάρχουν επίσης περισσότερες πληροφορίες στους τίτλους. Αν το ψάξεις στο Google, θα βρείς το νόημα και υπάρχει μια διαφορετική έννοια πίσω από το καθένα. Μερικά είναι υπάρχοντα αποσπάσματα ή υπάρχοντες συνδυασμοί λέξεων ή οτιδήποτε άλλο, το οποίο ελπίζουμε ότι θα δώσει στον ακροατή ξέρεις, μερικά ενδιαφέροντα μονοπάτια για να εξερευνήσει. Μερικοί άνθρωποι μπορεί να ενδιαφέρονται για αυτό το βιβλίο. Ή το τραγούδι «White Lotus Day» για παράδειγμα, είναι μια ημέρα μνήμης για αυτήν την απόκρυφη εσωτερική συγγραφέα που ονομάζεται Madame Helena Blavatsky, ο οποία ήταν ένας από τους πρωτοπόρους της θεοσοφίας, μια συγκεκριμένη μορφή εσωτερικής γραφής. Έτσι, υπάρχουν πολλές μικρές υποδείξεις εδώ και εκεί. Ήμουν πραγματικά χαρούμενος γιατί τα μυστήρια και όλα αυτά τα είδη απόκρυφων κοινωνιών της γνώσης της προηγούμενης εποχής, μοιράζονταν πάντα τις πληροφορίες μέσω του συμβολισμού, και ήταν πάντα για τους περίεργους ανθρώπους. Αυτοί που θα έλεγαν, “Επ, υπάρχει κάτι ενδιαφέρον εδώ” και αν κοιτάξετε περαιτέρω θα βρείτε πάντα πιο ενδιαφέροντα πράγματα. Προφανώς, δεν είναι τίποτα έντονα βαθιά όπως αυτά τα βιβλία, αλλά υπάρχουν μικρά κομμάτια εδώ και εκεί που ελπίζουμε ότι θα μπορούσαν να προκαλέσουν τον ακροατή να ψαχτεί λίγο παραπέρα.
– Θα πέσει πολλή μελέτη στο Google απόψε μου φαίνεται. (γέλια)
Τα εξώφυλλα των άλμπουμ συνεπώς συνδέονται. Ισχύει το ίδιο και για τα τραγούδια; Υπάρχει ένα τραγούδι στο νέο άλμπουμ που ονομάζεται «Lunar Child» και έχετε ένα τραγούδι στο «Solar Lovers» που ονομάζεται «Solar Child». Υπάρχει κάποια σύνδεση;
Jason Kohnen: Νομίζω ότι αυτό είναι ίσως το πιο εύκολο που μπορούσαμε να κάνουμε. Ήταν επίσης η δυαδικότητα ξέρεις; Είναι σίγουρα μια αναφορά. Θέλαμε να έχουμε κάποια, ας πούμε, χιουμοριστική αναφορά στους εαυτούς μας. Προφανώς, είχαμε κάποιες ιδέες για το νέο άλμπουμ, αλλά δεν ήταν μόνο η σύνθεση νέας μουσικής. Ήταν επίσης να σκεφτούμε και το τι θα ήθελαν οι οπαδοί μας να ακούσουν. Έπρεπε να σιγουρευτούμε ότι κρατήσαμε τον χαρακτηριστικό ήχο που είχαμε. Το «Solar Child» χρειαζόταν έναν άξιο σύντροφο και αυτό ήταν το «Lunar Child».
– Αυτό σημαίνει ότι θα περιμένουμε και ένα τρίτο τραγούδι με τη λέξη «child» στον τίτλο, στο επόμενο άλμπουμ; (γέλια)
Jason Kohnen: Ναι, τι μπορούμε να σκεφτούμε; Μπορούμε να κάνουμε το «Saturn’s Child» ή το «Jupiter’s Child» ή κάτι τέτοιο. Έχουμε ακόμα κάποιες επιλογές εκεί στο ηλιακό σύστημα. (γέλια)
– Ξαναβρεθήκατε με τα υπόλοιπα μέλη μετά από τόσα χρόνια και δημιουργήσατε ένα καινούργιο άλμπουμ. Μιλήσατε για το μέλλον της μπάντας μετά από αυτό;
Jason Kohnen: Ναι, έχουμε. Ο στόχος μας αρχικά ήταν απλά να κάνουμε αυτό το άλμπουμ και τίποτα άλλο, ούτε συναυλίες ούτε τίποτα. Αλλά δεν φανταστήκαμε ότι η αλληλεπίδραση και η ενέργεια μεταξύ μας θα ήταν τόσο καλή. Έτσι, αποφασίσαμε να συνεχίσουμε. Νομίζω ότι ο στόχος για το μέλλον τώρα, για το επόμενο άλμπουμ, θα είναι να εξελίξουμε αυτόν τον παλιό CELESTIAL ήχο. Η πρόκληση τώρα είναι να μην κολλήσουμε εντελώς σε αυτόν το 90s ήχο. Πρέπει να ξανά αναπτύξουμε αυτόν τον ήχο των 90ς. Το άλμα θα είναι μεγάλο. Πρέπει να μεγαλώσουμε ξανά, όπως κάνουν πάντα οι CELESTIAL SEASON. Αλλά τώρα ξέρουμε ποια στοιχεία πρέπει να κρατήσουμε στη μουσική. Δεν θα ξανακάνουμε το ίδιο λάθος όταν ήμασταν νέοι. Εννοείται ότι αγαπάμε πάρα πολύ αυτόν τον ήχο, αλλά προφανώς πρέπει να το κάνουμε φρέσκο και να το κάνουμε ενδιαφέρον για τους εαυτούς μας και να νιώσουμε ότι προσφέρουμε κάτι. Έχουμε ήδη αρχίσει να συνθέτουμε νέα τραγούδια και έχουμε ένα τραγούδι που θα βγει στη σειρά Flexi Disc στο περιοδικό Decibel. Είναι για το τεύχος Δεκεμβρίου και είναι ένα κομμάτι που έχει γράψει ο Olly. Αν μου επιτρέπετε, νομίζω ότι είναι απολύτως μακράν το καλύτερο CELESTIAL SEASON κομμάτι μέχρι στιγμής. Είναι ένα απίστευτα τρομερό κομμάτι και είναι ένα καλό παράδειγμα για να δείξουμε πώς έχει αναπτυχθεί ο ήχος μας. Έχει γίνει λίγο πιο σταθερός, λίγο λιγότερο τραχύς και λίγο πιο γυαλισμένος με την καλή έννοια. Είμαι απίστευτα περήφανος γι’ αυτό το τραγούδι.
– Τέλεια. Ευχαριστώ που μας ενημέρωσες. Θα προσπαθήσω να το παραγγείλω το συντομότερο δυνατόν. Στο άλμπουμ διασκευάσατε TYPE O NEGATIVE. Είναι αυτό το συγκρότημα μια επιρροή για τη μουσική σας;
Jason Kohnen:
Ναι, από την αρχή. Όταν βγήκε το πρώτο άλμπουμ TYPE O, ήμασταν όλοι φανατικοί
οπαδοί. Ήμασταν βασικά οπαδοί του Pete Steele από όταν ήταν στους CARNIVORE.
Ο άνθρωπος είναι ένας θρύλος. Η μουσική είναι απολύτως φανταστική, και δεν
γερνάει. Είναι διαχρονική μουσική και δυστυχώς πάρα πολύ υποτιμημένη. Είναι
απίστευτο το πως μια μπάντα τόσο καλή είναι τόσο υποτιμημένη. Ήταν θλιβερό όταν
πέθανε ο Pete Steel. Θέλω να πω ίσως είναι για το
καλύτερο, καθώς άφησε απίστευτη μουσική πίσω του,
και μερικοί άνθρωποι είναι γραφτό να γίνουν είδωλα. Έτσι, υπό αυτή την
έννοια, έχουμε μείνει με τις εμβληματικές εικόνες του που του αξίζουν.
Ήταν εύκολο για εμάς να κάνουμε μια διασκευή,
όπως έχουμε κάνει με το «Vienna» των ULTRAVOX στο παρελθόν. Ήταν λίγο σαν ένα αστείο
καθώς είπαμε “ΟΚ, πρέπει οπωσδήποτε να έχουμε μια διασκευή, γιατί έτσι πρέπει!”
Είχαμε αμφιβολίες όμως αν έπρεπε να τη
συμπεριλάβουμε, γιατί είχαμε κάποια κριτική ότι το άλμπουμ είναι πολύ μεγάλο,
το οποίο είναι, αλλά ήμασταν, ξέρεις, γάμα το, έχουν περάσει 25 χρόνια, ίσως να
μην ξανακάνουμε ένα άλλο άλμπουμ ποτέ μας ξανά, οπότε το τελευταίο πράγμα για
το οποίο θα μαλώσουμε είναι αν το άλμπουμ θα είναι 20 λεπτά παραπάνω. Ποιος
νοιάζεται;
Η Kitty που τραγούδησε στο κομμάτι, είναι μια τραγουδίστρια που γνωρίζουμε από
τις καταπληκτικές TYPE O διασκευές που κάνει. Έτσι, θεωρήσαμε ότι ήταν καλή
ιδέα απλά να προσθέσουμε κάτι διαφορετικό, να του δώσουμε ένα διαφορετικό στυλ,
και επίσης να δώσουμε τον απαραίτητο σεβασμό σε ένα κομμάτι του Pete Steele και της φωνητικής αρμονία του.
– Είναι ένας θρύλος πράγματι. Εκτός από τους TYPE O NEGATIVE τότε ποιες άλλες μπάντες ήταν επιρροές σας στις αρχές της δεκαετίας του ’90;
Jason Kohnen: Για μένα ήταν δύο συγκροτήματα, οι CATHEDRAL και οι ST VITUS. Το πρώτο άλμπουμ των CATHEDRAL «Forest of Equilibrium» νομίζω ότι είναι μακράν, και θα παραμείνει για μένα ΤΟ Doom Metal άλμπουμ του Doom Metal. Είναι ένα απολύτως κλασικό άλμπουμ και για μένα ξεπερνά ακόμη και τα άλμπουμ των BLACK SABBATH. Ξέρω ότι ακούγεται βλάσφημο αυτό, αλλά όταν μιλάμε για Doom Metal και μελαγχολία και δυστυχία τότε οι κιθάρες των Adam και τον Gary, δημιούργησαν αυτήν την απίστευτα ζοφερή, γλυκόπικρη, άθλια, σκοτεινή, και doom μουσική. Είναι απαράμιλλο για μένα. Υπάρχουν κάποιοι που είναι κοντά σε αυτό με διαφορετικό τρόπο όμως. Για παράδειγμα, οι WINTER είναι ένα απίστευτα δυνατό Doom Metal συγκρότημα, αλλά αυτό έχει μια μονοτονία. Οι CATHEDRAL έχουν επίσης και τη μαγεία με τα εξώφυλλά τους. Έχουν τα πάντα! Οπότε ναι, θεωρώ ότι αυτό είναι ένα μαγικό άλμπουμ. Αυτό σημαίνει ότι οι ST VITUS είναι στη δεύτερη θέση. Ειδικά οι ST VITUS με τον Wino. Στη συνέχεια, έρχεται μια ολόκληρη λίστα συγκροτημάτων Doom Metal. Υπάρχουν πολλά συγκροτήματα που δεν παίρνουν αρκετά εύσημα. Μου άρεσαν πολύ συγκροτήματα όπως οι PENNANCE, ή τα συγκροτήματα από την Hellhound Records, ξέρεις, COUNT RAVEN, REVELATION… Τι άλλο έχουμε; WRETCHED και τέτοια πράγματα. Πολλοί άνθρωποι μας λέγανε πάντα, “Ακούγεστε σαν το τρίο της Peaceville!” Προφανώς, καταλαβαίνω γιατί το λένε αυτό, αλλά το βρίσκω λίγο απλό και λίγο ασεβές προς τις άλλες Doom Metal μπάντες που υπήρχαν εκεί. Ίσως δεν ήταν μέρος του Death Doom, αλλά συγκροτήματα όπως οι PENANCE είναι απίστευτα υποτιμημένα. Αν ακούσετε το δεύτερο άλμπουμ τους, είναι θαυμάσιο! Είναι απλά εκπληκτικό! Εμείς κυκλοφορήσαμε τη μουσική μας πάνω κάτω την ίδια στιγμή με τους ANATHEMA και τους MY DYING BRIDE. Προφανώς, οι PARADISE LOST ήταν οι πρώτοι, καθώς ήταν από τους ηγέτες του Death Doom. Αλλά ναι, εμείς ως πρώτον μια ολλανδική μπάντα, αλλά και επειδή δεν είχαμε υπογράψει σε μια μεγάλη εταιρεία, δεν φτάσαμε πουθενά κοντά στην προβολή που πήραν τα άλλα συγκροτήματα. Αν δεν κάνω λάθος, νομίζω ότι το «Promises» demo κυκλοφόρησε την ίδια στιγμή με το πρώτο demo των ANATHEMA. Απλά έπρεπε να περιμένουμε περισσότερο μέχρι να κυκλοφορήσει το άλμπουμ μας. Η διανομή είναι πολύ πιο αργή και ο τύπος το ίδιο. Έτσι, ξεκινήσαμε την ίδια στιγμή με τα περισσότερα από αυτά τα συγκροτήματα, αλλά ήταν ήδη 10 βήματα μπροστά μας. Και όταν καταφέρνεις να φτάσεις στο επίπεδο αυτών των συγκροτημάτων, λένε ότι ακούγεσαι σαν τις άλλες μπάντες. Αυτό ήταν κάτι εκείνη την εποχή που ήταν λίγο δύσκολο για ορισμένες από τις ολλανδικές μπάντες, καθώς οι σκανδιναβικές, οι αγγλικές και οι αμερικανικές μπάντες είχαν ένα σαφές ευκολότερο δρόμο για να υπογράψουν δισκογραφικό συμβόλαιο και να ληφθούν σοβαρά υπόψη. Νομίζω ότι ίσως οι PESTILENCE, και λίγο αργότερα οι ASPHYX ήταν οι μόνες δύο ολλανδικές μπάντες, και οι THE GATHERING προφανώς αργότερα, αλλά στην αρχή, οι PESTILENCE ήταν ίσως η μόνη μπάντα που ήταν πραγματικά σε θέση να ανταγωνιστεί με τις ευρωπαϊκές μπάντες. Σαφώς, οι THE GATHERING ήταν επίσης σε θέση, αλλά ήταν μια κατηγορία από μόνοι τους, ειδικά όταν η Anneke εισχώρησε στο συγκρότημα. Δημιούργησαν ένα ολόκληρο είδος.
– Αυτό είναι αλήθεια. Παραμένουμε στη δεκαετία του ’90. Έχεις τίποτα ιδιαίτερες αναμνήσεις από εκείνη την εποχή;
Jason Kohnen: Κάναμε μία μόνο περιοδεία με τους CELESTIAL SEASON. Ήταν μια Ευρωπαϊκή περιοδεία με τους SADNESS από την Ελβετία και τους NIGHTFALL από την Ελλάδα. Και ήταν καταπληκτικά! Δεν μπορώ καν να θυμηθώ πόσες παραστάσεις κάναμε. Δεν ήταν πάρα πολλές, οκτώ ή εννέα, και ήταν απλά ένα φεστιβάλ αλκοόλ.. Ήμασταν όλοι πολύ νεαροί. Νομίζω ότι το σόου μας στο Παρίσι είναι online. Αλλά εκτός από αυτό, δεν μπορώ να θυμηθώ τίποτε άλλο… Ήμασταν συνέχεια μεθυσμένοι και λιώμα. Και ο κόσμος είχε πολύ ενέργεια. Το βίντεο από το Παρίσι είναι γεμάτο με οπαδούς να πηδάν από τη σκηνή! Είδα το βίντεο πριν από λίγο καιρό και είναι απίστευτο. Υπήρξε επίσης μια στάση στη Γερμανία, στην Κολωνία, και η συναυλία μας ακυρώθηκε επειδή η εταιρεία που διοργάνωνε την περιοδεία, ήταν μια καταστροφή. Ήταν σαν τους SPINAL TAP εναντίον των ANVIL – δύο σε ένα! (γέλια) Έτσι, δεδομένου ότι η παράσταση ακυρώθηκε, περπατούσαμε στο δρόμο το απόγευμα και πιθανώς μεθυσμένοι και πέσαμε πάνω στους CATHEDRAL που έπαιζαν την ίδια νύχτα με ανοίγοντας για τους BLACK SABBATH! Τους ξέραμε λίγο, ξέρεις, μέσω ανταλλαγή κασετών και τέτοια και μας έβαλαν στη λίστα καλεσμένων! Έτσι ήμασταν παρέα με τον Lee Dorian στα παρασκήνια και τους BLACK SABBATH. Ο Ozzy δεν έπαιζε μαζί τους εκείνη την εποχή, αλλά είδα τον Tony Iommi να πηγαίνει στο καμαρίνι του. Ήταν τέλεια που μας έκατσε να κάνουμε παρέα με τα παιδιά από τους CATHEDRAL, όλη αυτή η περιπέτεια αλλά και μερικές εκπληκτικές συναυλίες. Προφανώς, αν συνεχίζαμε μετά το«Solar Lovers» θα είχαμε κάνει κανονικά τουρ. Νομίζω ότι αυτό ήταν 94, λίγο πριν κυκλοφορήσει το «Solar Lovers». Είχαμε αρκετές συναυλίες στην Ολλανδία που ήταν αξέχαστες, όπως όταν παίξαμε μαζί με CARCASS, με MY DYING BRIDE και με THE GATHERING.
Ω Ναι! Φυσικά! Πώς μπορώ να το ξεχάσω αυτό; Η καλύτερη ιστορία! Ήταν το 1993. Νομίζω ότι είχε μόλις κυκλοφορήσει το «Forever Scarlet Passion» και ST VITUS παίζανε στο Άμστερνταμ, στο Milky Way – Ένας από τους καλύτερους χώρους- και ήμασταν χεσμένοι από τη χαρά μας γιατί επρόκειτο να παίζαμε με τα είδωλα των ειδώλων. O εξοπλισμός μας ήταν για τα μπάζα. Δεν είχαμε χώρο να προβάρουμε πριν τη συναυλία, είχαμε σπασμένα πιατίνια, σπασμένους ενισχυτές κλπ. Ήμασταν φτωχοί φοιτητές. Έτσι, πήγαμε στο χώρο, βγάλαμε τα όργανά μας και ξεκινήσαμε το sound check. Και τότε ήταν που ήρθαν οι τύποι από τους ST VITUS. Στάθηκαν εκεί με τα δερμάτινα μπουφάν τους, κοιτάζοντας μας. Μιλάμε ότι ήταν 30 φεύγα και εμείς ήμασταν αυτά τα παιδιά περίπου 19-20 χρονών. Ήμουν τόσο απίστευτα νευρικός και φοβισμένος. Θυμάμαι τότε τον Dave Chandler, τον κιθαρίστα, να μας λέει “Πως πάει; Μάγκες κάντε μια παύση!” Οι τύποι αυτοί ήταν σαν μηχανόβιοι, ξέρεις, αρκετά σκληροί. Και εμείς λέμε τότε, “Σκατά, θα μας ζητήσουν να σταματήσουμε να παίζουμε γιατί ο ήχος μας ακούγεται εντελώς σκατά.” Αντιθέτως όμως μας λέει, “ΟΚ μάγκες, μαζεύτε όλα τα πράγματά σας. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον δικό μας εξοπλισμό. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα.” Δεν το πιστεύαμε! Είχανε καλούς Marshal ενισχυτές και καλά τύμπανα. Απίστευτο. Και μας βλέπανε με ένα χαμόγελο στο πρόσωπό τους. Εκείνη την εποχή νομίζω ότι πληρωνόμασταν με ένα κιβώτιο μπύρας για να παίξουμε κάτι. Και 25 ευρώ για βενζίνη. Αλλά δεν μας ένοιαζε, ήμασταν στην αφίσα με ST VITUS! Επίσης δεν είχαμε χρήματα για να φάμε, επειδή ξέρεις, ήμασταν φτωχοί φοιτητές. Οπότε ήμασταν εκεί στο εστιατόριο και οι τύποι από τους ST VITUS κάθονταν λίγο παραπέρα και τρώγανε. Με το που μας βλέπουν φωνάζουν “Μάγκες, ελάτε εδώ! Μπορείτε να καθίσετε μαζί μας.” Και είπαμε “Ευχαριστούμε, αλλά δεν έχουμε κουπόνια για φαγητό.” Κουφάθηκαν! “Τι; Δεν έχετε να φάτε;” Είπαν και πήγαν στην κουζίνα και λένε στον υπεύθυνο “Θέλουμε αυτά τα παιδιά να έχουν ένα αξιοπρεπές γεύμα, καθώς πρόκειται να δουλέψουν μαζί μας.” Έτσι βρέθηκα να κάθομαι δίπλα στον Dave Chandler, ο οποίος είναι ήρωάς μου και μου λέει “Εντάξει, άκου. Θα σου δώσω μια συμβουλή.. Πόσο είσαι; “19 με 20” απάντησα. Συνέχισε “Εντάξει, καλά. Κανόνισε να τελειώσεις τη σχολή σου. Άμα δεν το κάνεις, θα καταλήξεις σαν και εμάς!” (γέλια)
Αφού τελείωσε η συναυλία ύστερα, μας κάλεσαν στο καμαρίνι τους. Ήπιαμε ουίσκι και μπύρα μαζί τους και μεθύσαμε! Φυσικά, υπήρχε ένα χάσμα γενεών και μας φέρθηκαν σαν να ήμασταν τα ανίψια που ήρθαν σε οικογενειακή επίσκεψη και τους φρόντιζαν οι θείοι τους. Αυτό μου άφησε μια τεράστια εντύπωση. Έτσι την επόμενη εβδομάδα, έκανα τατουάζ δύο ST VITUS λογότυπα ως αναμνηστικό για να μου θυμίσει ότι αν ποτέ θα γίνω δημοφιλής ως μουσικός ή οτιδήποτε άλλο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι: Αν συναντήσεις νέους μουσικούς στην αρχή της σταδιοδρομίας τους, πάντα να μείνεις ταπεινός. Και πάντα να βοηθάς τους άλλους. Διότι έτσι φτιάχνεις το σωστό καταλύτη για τη δημιουργία ταπεινών ανθρώπων στη μουσική και που δεν είναι εγωιστές. Αυτό είναι κάτι που έμεινε μαζί μου από τότε.
Χρόνια αργότερα, το 2014 ή 15, είχα αυτή τη σόλο μπάντα και έπαιζα σε αυτό το μεγάλο φεστιβάλ στη Γερμανία που ονομάζεται Fusion Festival. Ήταν περίπου 40-50.000 άτομα σε ένα Σαββατοκύριακο και οι ST VITUS παίζανε επίσης εκεί την Κυριακή. Εγώ έπαιζα το Σάββατο το βράδυ., οπότε ήμουν, “Εντάξει, θα μείνω γιατί θέλω να τους δω να παίζουν.” Αγόρασα το άλμπουμ λοιπόν και πήγα στα παρασκήνια, για να μου το υπογράψουν, καθώς ήμουν ακόμα ένας fanboy. Βρήκα τον Dave Chandler και του είπα “Dave, μπορείς να υπογράψεις το άλμπουμ;” και λέει “ναι, σίγουρα” και τον ρώτησα “θυμάσαι μήπως, έπαιξα μαζί σας με την μπάντα μου CELESTIAL SEASON το 1993;” και αμέσως απαντάει ” Έλα ρε φίλε!” και καπάκι φωνάζει στον μπασίστα (Mark Adams) και λέει “ Ο τύπος εδώ είναι από τους CELESTIAL! Παίξαμε μαζί τους στο Milky Way στο Άμστερνταμ, μπλα μπλα μπλα” Θυμότανε τα πάντα! Απίστευτο! Έβγαλα λοιπόν μια φωτογραφία μαζί του., και οι δύο πολύ μεγαλύτεροι τώρα και, ναι, αυτή είναι μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσω ποτέ.
Ω Ναι! Φυσικά! Πώς μπορώ να το ξεχάσω αυτό; Η καλύτερη ιστορία! Ήταν το 1993. Νομίζω ότι είχε μόλις κυκλοφορήσει το «Forever Scarlet Passion» και ST VITUS παίζανε στο Άμστερνταμ, στο Milky Way – Ένας από τους καλύτερους χώρους- και ήμασταν χεσμένοι από τη χαρά μας γιατί επρόκειτο να παίζαμε με τα είδωλα των ειδώλων. O εξοπλισμός μας ήταν για τα μπάζα. Δεν είχαμε χώρο να προβάρουμε πριν τη συναυλία, είχαμε σπασμένα πιατίνια, σπασμένους ενισχυτές κλπ. Ήμασταν φτωχοί φοιτητές. Έτσι, πήγαμε στο χώρο, βγάλαμε τα όργανά μας και ξεκινήσαμε το sound check. Και τότε ήταν που ήρθαν οι τύποι από τους ST VITUS. Στάθηκαν εκεί με τα δερμάτινα μπουφάν τους, κοιτάζοντας μας. Μιλάμε ότι ήταν 30 φεύγα και εμείς ήμασταν αυτά τα παιδιά περίπου 19-20 χρονών. Ήμουν τόσο απίστευτα νευρικός και φοβισμένος. Θυμάμαι τότε τον Dave Chandler, τον κιθαρίστα, να μας λέει “Πως πάει; Μάγκες κάντε μια παύση!” Οι τύποι αυτοί ήταν σαν μηχανόβιοι, ξέρεις, αρκετά σκληροί. Και εμείς λέμε τότε, “Σκατά, θα μας ζητήσουν να σταματήσουμε να παίζουμε γιατί ο ήχος μας ακούγεται εντελώς σκατά.” Αντιθέτως όμως μας λέει, “ΟΚ μάγκες, μαζεύτε όλα τα πράγματά σας. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον δικό μας εξοπλισμό. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα.” Δεν το πιστεύαμε! Είχανε καλούς Marshal ενισχυτές και καλά τύμπανα. Απίστευτο. Και μας βλέπανε με ένα χαμόγελο στο πρόσωπό τους. Εκείνη την εποχή νομίζω ότι πληρωνόμασταν με ένα κιβώτιο μπύρας για να παίξουμε κάτι. Και 25 ευρώ για βενζίνη. Αλλά δεν μας ένοιαζε, ήμασταν στην αφίσα με ST VITUS! Επίσης δεν είχαμε χρήματα για να φάμε, επειδή ξέρεις, ήμασταν φτωχοί φοιτητές. Οπότε ήμασταν εκεί στο εστιατόριο και οι τύποι από τους ST VITUS κάθονταν λίγο παραπέρα και τρώγανε. Με το που μας βλέπουν φωνάζουν “Μάγκες, ελάτε εδώ! Μπορείτε να καθίσετε μαζί μας.” Και είπαμε “Ευχαριστούμε, αλλά δεν έχουμε κουπόνια για φαγητό.” Κουφάθηκαν! “Τι; Δεν έχετε να φάτε;” Είπαν και πήγαν στην κουζίνα και λένε στον υπεύθυνο “Θέλουμε αυτά τα παιδιά να έχουν ένα αξιοπρεπές γεύμα, καθώς πρόκειται να δουλέψουν μαζί μας.” Έτσι βρέθηκα να κάθομαι δίπλα στον Dave Chandler, ο οποίος είναι ήρωάς μου και μου λέει “Εντάξει, άκου. Θα σου δώσω μια συμβουλή.. Πόσο είσαι; “19 με 20” απάντησα. Συνέχισε “Εντάξει, καλά. Κανόνισε να τελειώσεις τη σχολή σου. Άμα δεν το κάνεις, θα καταλήξεις σαν και εμάς!” (γέλια)
Αφού τελείωσε η συναυλία ύστερα, μας κάλεσαν στο καμαρίνι τους. Ήπιαμε ουίσκι και μπύρα μαζί τους και μεθύσαμε! Φυσικά, υπήρχε ένα χάσμα γενεών και μας φέρθηκαν σαν να ήμασταν τα ανίψια που ήρθαν σε οικογενειακή επίσκεψη και τους φρόντιζαν οι θείοι τους. Αυτό μου άφησε μια τεράστια εντύπωση. Έτσι την επόμενη εβδομάδα, έκανα τατουάζ δύο ST VITUS λογότυπα ως αναμνηστικό για να μου θυμίσει ότι αν ποτέ θα γίνω δημοφιλής ως μουσικός ή οτιδήποτε άλλο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι: Αν συναντήσεις νέους μουσικούς στην αρχή της σταδιοδρομίας τους, πάντα να μείνεις ταπεινός. Και πάντα να βοηθάς τους άλλους. Διότι έτσι φτιάχνεις το σωστό καταλύτη για τη δημιουργία ταπεινών ανθρώπων στη μουσική και που δεν είναι εγωιστές. Αυτό είναι κάτι που έμεινε μαζί μου από τότε.
Χρόνια αργότερα, το 2014 ή 15, είχα αυτή τη σόλο μπάντα και έπαιζα σε αυτό το μεγάλο φεστιβάλ στη Γερμανία που ονομάζεται Fusion Festival. Ήταν περίπου 40-50.000 άτομα σε ένα Σαββατοκύριακο και οι ST VITUS παίζανε επίσης εκεί την Κυριακή. Εγώ έπαιζα το Σάββατο το βράδυ., οπότε ήμουν, “Εντάξει, θα μείνω γιατί θέλω να τους δω να παίζουν.” Αγόρασα το άλμπουμ λοιπόν και πήγα στα παρασκήνια, για να μου το υπογράψουν, καθώς ήμουν ακόμα ένας fanboy. Βρήκα τον Dave Chandler και του είπα “Dave, μπορείς να υπογράψεις το άλμπουμ;” και λέει “ναι, σίγουρα” και τον ρώτησα “θυμάσαι μήπως, έπαιξα μαζί σας με την μπάντα μου CELESTIAL SEASON το 1993;” και αμέσως απαντάει ” Έλα ρε φίλε!” και καπάκι φωνάζει στον μπασίστα (Mark Adams) και λέει “ Ο τύπος εδώ είναι από τους CELESTIAL! Παίξαμε μαζί τους στο Milky Way στο Άμστερνταμ, μπλα μπλα μπλα” Θυμότανε τα πάντα! Απίστευτο! Έβγαλα λοιπόν μια φωτογραφία μαζί του., και οι δύο πολύ μεγαλύτεροι τώρα και, ναι, αυτή είναι μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσω ποτέ.
– Αυτή είναι μια τρομερή ιστορία και μια ανεκτίμητη ανάμνηση. Ευχαριστούμε που το μοιραστήκατε μαζί μας. Επιστροφή στο παρών τώρα. Ακούς καθόλου σύγχρονα συγκροτήματα από την τελευταία εικοσαετία;
Jason Kohnen: Όχι ιδιαίτερα. Αυτό είναι ίσως ένα ωραίο πράγμα για το άλμπουμ και γιατί ηχεί τόσο διαφορετικά, διότι δεν έχουμε ιδέα για το πως έχει αναπτυχθεί το Doom Metal τα τελευταία χρόνια. Θέλω να πω, προφανώς ξέρω κάποια συγκροτήματα. Έχω το νου μου, αλλά δεν είναι σαν να ξέρεις ότι τα ακούω εντατικά. Για παράδειγμα, μια μπάντα όπως οι YOB που είναι τώρα ένα από τα καλύτερα συγκροτήματα Doom. Νομίζω ότι έχω ακούσει ένα τραγούδι τους μια φορά, αλλά δεν θα ήμουν σε θέση να το αναγνωρίσω αν το άκουγα κάπου. Έτσι, αυτό είναι ίσως ένα θετικό πράγμα. Όλοι έχουμε τις επιρροές μας. Ο Olly για παράδειγμα ακούει πολλά Blues και Heavy Rock και τέτοια πράγματα, έτσι ώστε οι επιρροές του καθενός είναι διαφορετικές. Αλλά υπάρχουν κάποια καλά πράγματα εκεί έξω σήμερα. Είμαι οπαδός του… Δεν ξέρω πώς να το ονομάσω, γυναικείο Doom; Είμαι ένας τεράστιος οπαδός της Emma Ruth Rundle. Κυκλοφόρησε αυτό το νέο EP με τους THOU που είναι απίστευτο. Η Chelsea Wolfe μου αρέσει επίσης. Ίσως δεν είναι κιθαριστικό Doom, αλλά μου αρέσει και η Anna von Hausswolff. Μόλις κυκλοφόρησε το νέο της δίσκο στην Southern Lord. Είναι σαν μια μάγισσα. Το βρίσκω πολύ πιο ενδιαφέρον από άλλα πράγματα. Θέλω να πω ότι έχω ακούσει όλους τους κλώνους των, ξέρεις, ELECTRIC WIZARD και είμαι σε φάση “ok παιδιά, προκαλέστε τον εαυτό σας λίγο περισσότερο να κάνετε κάτι διαφορετικό”. Και είναι οι κυρίες που έχουν καταφέρει να δώσουν στο Doom Metal ίσως το θηλυκό άγγιγμα που τελικά χρειάζεται. Η προσέγγισή τους σε αυτό είναι απλά εξαιρετική. Μου αρέσει το Doom Metal μου να ξεφεύγει λίγο. Είμαι μεγάλος οπαδός των ΟΜ για παράδειγμα. Έτσι, αν πάω και βουτήξω στο Doom, θα είναι κάτι από τα παλιά, ή θέλω να βρω Doom που να παίρνει διαφορετικά μονοπάτια. Δεν έχω κανένα ενδιαφέρον για, ένα κλώνο καποιανού που έκανε ένα καλό άλμπουμ ήδη πριν από 20 χρόνια. Αν πρόκειται να ακούσω τίποτα sludgy, τίποτα δεν ξεπερνά τους ELECTRIC WIZARD! Βάζεις το «Come My Fanatics» που είναι το αγαπημένο μου τριπάκι και ξέρω ότι είμαι σε καλά χέρια. Έχω μια ελεύθερη δόση acid για 15 λεπτά. (γέλια)
Φυσικά και θα υπάρξουν καλές νέες μπάντες έτσι; Εγώ όμως είμαι λίγο παραδοσιακός και λίγο μεγαλύτερος, αλλά μου αρέσει να μένω στα πράγματα που είναι καλά ξέρεις, και αν υπάρχει κάτι νέο, το οποίο είναι καλό, θα βρει σίγουρα το δρόμο του. Αυτό είναι κάτι που λέω πάντα.
– Συμφωνώ. Και είναι αστείο, μιλούσα με τον τραγουδιστή από τους GREEN CARNATION, ο οποίος είναι πιθανώς στην ίδια ηλικιακή ομάδα με σένα και μου είπε ότι και αυτός είναι επίσης εντυπωσιασμένος από αυτές τις τραγουδίστριες όπως η Chelsea Wolfe και η Emma Ruth Rundle. Αυτό πρέπει να σημαίνει κάτι, σωστά;
Jason Kohnen: Έτσι νομίζω. Αγγίζει μια χορδή, σίγουρα. Νομίζω ότι έχει επίσης να κάνει λίγο με το σημάδι των καιρών. Και αυτό ισχύει και για τους CELESTIAL. Θα ήταν παράξενο αν δεν μπορείς να αναγνωρίσεις ότι ίσως τα τελευταία πέντε χρόνια οι άνθρωποι έχουν γίνει λίγο πιο πνευματικοί. Είναι μια ευρεία λέξη, ok, και μπορεί να ακούγεται λίγο χαζό ή αφελές μερικές φορές, αλλά εννοώ ότι οι άνθρωποι αποκτούνε λίγο πιο επίγνωση των πραγμάτων με διαφορετικό τρόπο. Δεν μιλάω για γιόγκα και για χίπις που τρώνε μόνο φακή ή τέτοια. Οι άνθρωποι γίνονται λίγο πιο συνειδητοί και αυτό μεταφράζεται περισσότερο στη μουσική και στο ότι οι άνθρωποι έρχονται περισσότερο σε επαφή με την πνευματικότητα. Η Chelsea Wolfe για παράδειγμα, είναι σαν μια μορφή παγανισμού. Έχει αυτό το μυστικιστικό ήχο σαν μάγισσα. Είναι σαν μια σειρήνα και είναι αγνή. Δεν είναι όπως τότε όπου θα βάλεις μια εικόνα ενός κρανίου και κάποιου είδους δαίμονα μονάχα για να έχεις ένα cool εξώφυλλο. Νομίζω ότι τώρα έχετε ανθρώπους που πραγματικά εξασκούν τι συμβαίνει και τι προσπαθούν να ανακαλύψουν στη μουσική. Όχι όλοι φυσικά. Αλλά αυτό προσθέτει κάτι που είναι μαγικό σε ένα κομμάτι της μουσικής αυτής.
– Πολύ ενδιαφέρον. Είπες πριν ότι δεν σχεδιάζατε να κάνετε καμία περιοδεία για αυτό το άλμπουμ. Αλλά δεδομένου ότι οι κριτικές για το νέο άλμπουμ είναι πραγματικά καλές και οι πρώτες εντυπώσεις πολύ θετικές, εάν κάποιος σας πρότεινε “ας κάνουμε μια περιοδεία”, θα ήσασταν σε θέση να το κάνετε;
Jason Kohnen: Νομίζω ότι κατά πάσα πιθανότητα θα είμαστε σε θέση να πειστούμε. Αν μπορούσαμε φυσικά να βρούμε το χρόνο ανάμεσα σε οικογένειες, δουλειά, τα παιδιά και όλα αυτά. Και σίγουρα δεν θα ήταν μια μακροχρόνια περιοδεία. Ίσως δύο εβδομάδες το πολύ. Θέλω να πω, η περιοδεία δεν θα ήταν ένα πρόβλημα, αλλά είναι οι πρόβες και η εξάσκηση. Δεν έχουμε εξασκηθεί μαζί λόγω της τεχνολογίας που είμαστε σε θέση να ηχογραφούμε τα πάντα ξεχωριστά. Είχαμε την πολυτέλεια να ηχογραφήσουμε μέρη τραγουδιών όταν θέλαμε και όχι όπως παλιά, όταν έπρεπε να θυμάσαι όλο το τραγούδι απέξω για να το παίξεις. Γίνεσαι λίγο τεμπέλης με την τεχνολογία τώρα. Αλλά ναι, θα ήταν μια πρόκληση. Είμαι λίγο διστακτικός όμως, γιατί δεν έχω παίξει τύμπανα ζωντανά για πάρα πολύ καιρό τώρα. Νομίζω ότι η κατάστασή μου είναι εντάξει και διανοητικά και σωματικά είμαι εντάξει, αλλά δεν φοβόμαστε όμως. Το θέμα είναι ότι δεν είμαστε σαν όλες τις άλλες μπάντες όπως οι PARADISE LOST ή οι MY DYING BRIDE ή οτιδήποτε άλλο σαν και αυτές τις μπάντες. Θέλω να πω ότι αυτά τα συγκροτήματα συνεχίζουν να περιοδεύουν εδώ και 20 χρόνια. Είναι όπως για παράδειγμα το ποδόσφαιρο. Θα μάθουμε να παίζουμε ποδόσφαιρο ξανά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μετά από δύο μήνες παίζοντας ποδόσφαιρο θα είμαστε στο επίπεδο του ανταγωνισμού με αυτούς τους τύπους που παίζουν εδώ και χρόνια. Οπότε πρέπει να διασφαλίσουμε ότι δεν θέλουμε να γελοιοποιηθούμε και αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο πράγμα. Δεν θέλουμε οι άνθρωποι να μας κοιτάνε και να λένε “Κοίτα αυτούς τους παππούδες! Κοιτάξτε τον παππού εδώ που παίζει τα τύμπανα!” (γέλια)
– Λοιπόν, αν ποτέ πρόκειται να βγείτε σε περιοδεία, απλά βεβαιωθείτε ότι θα περάσετε από την Ελλάδα. Έχετε πολλούς θαυμαστές εδώ!
Jason Kohnen: Σίγουρα.
Εάν έπρεπε να γράψεις μουσική για μια ταινία, τι είδους ταινία θα ήταν αυτή; Ταινία τρόμου; Ένα πιο φιλοσοφικό δράμα;
Jason Kohnen: Ναι, θα ήταν πιθανώς μια ταινία περισσότερο προς το arthouse. Λοιπόν, για να είμαι ειλικρινής, μου έστειλαν κάτι ταινίες για να δω την εβδομάδα που πέρασε. Επειδή είναι τόσο γαμημένο δύσκολο να βρει κάποιος καλές νέες ταινίες αυτές τις ημέρες. Αλλά αυτός ο φίλος μου, μου έστειλε δύο ταινίες που πρέπει να παρακολουθήσεις. Το πρώτο ήταν το «November», το οποίο είναι μια εσθονική arthouse ταινία. Είναι καταπληκτικό! Ήταν σαν ποίηση. Μαγικό και μυστικιστικό. Τόσο απίστευτα καλό. Δεν ξέρω ποιος έγραψε τη μουσική εκεί, αλλά αυτό θα ήταν μια πρόκληση. Η άλλη ταινία που είδα την οποίο βρήκα επίσης εκπληκτική ήταν το «Mandy» με Nicolas Cage. Ήταν σαν να πήρα οξύ, LSD και μανιτάρια! H τελευταία φορά που τριπάρισα, πρέπει να ήταν στο περίπου πριν από 25 χρόνια, κατά πάσα πιθανότητα, ακριβώς πριν ή μετά το «Orange». Έτσι, έβλεπα το «Mandy» και έλεγα, “Σκατά! Πώς μπόρεσαν αυτοί οι τύποι να καταφέρουν να δημιουργήσουν χρώματα και εικόνες που μπορείς να ζήσεις μόνο όταν έχετε καπνίσει τα ακάπνιστα;” Και μιλάμε για να τριπάρεις με τα χρώματα μόνο χωρίς τις εικόνες. Είναι τόσο απίστευτα ακριβές. Ο Nicolas Cage είναι απλά ένας απόλυτος θρύλος σε αυτή την ταινία. Είναι τόσο άβολα όμως; Συνορεύει με ένα άσχημο ταξίδι. Δεν θα ήθελα να ονειρευτώ να πάρω οξύ και να δω την ταινία. Νομίζω ότι βιώνοντας και τα δύο, θα ήταν game over.
Έτσι, συνθέτοντας μουσική, πιθανώς κλίνω περισσότερο προς το arthouse των ταινιών που, ξέρεις, είναι έντονες. Μου αρέσουν τα πράγματα από Tarkovsky ή Stanley Kubrick, αλλά εννοώ ότι οι περισσότερες από αυτές τις ταινίες έχουν ήδη απίστευτη μουσική. Δεν νομίζω καν ότι θα μπορούσαμε να πλησιάσουμε την απίστευτη μουσικότητα που βάζει εκεί μέσα ο συνθέτης. Νομίζω για τη μουσική των CELESTIAL SEASON τώρα που το σκέφτομαι, θα ταίριαζε περισσότερο με μια ταινία όπως το «Mandy» ή ίσως κάτι από Jodorowsky. Θα ταίριαζε περισσότερο, νομίζω, με τη μουσική μας, από μια ταινία καθαρά arthouse που είναι λίγο πιο ατμοσφαιρική.
– Τέλεια. Νομίζω ότι αυτά είναι όλα που είχα έτοιμα. Σε ευχαριστώ πάρα πολύ για το χρόνο σου και τη συνέντευξη, την ευχαριστήθηκα.
Jason Kohnen: Παρακαλώ. Παρασύρομαι εύκολα. Συνήθως μπορεί να είναι πιο πολύ μόλις ξεκινήσω να μιλάω. Ξέρω ότι μπορώ να συνεχίσω για ώρες. (γέλια)
– Εύχομαι ό, τι καλύτερο για το συγκρότημα και ελπίζω ότι θα ακούσουμε περισσότερα από εσάς μέσα στα επόμενα χρόνια.
Jason Kohnen: Σας ευχαριστώ για τον χρόνο σας, καθώς και ευχαριστώ για την υποστήριξή σας. Και ναι, ελπίζω ότι ίσως θα παίξουμε μια μέρα στην Ελλάδα!
Συνέντευξη: Δημήτρης Μπενετάτος
Επιμέλεια Εξωφύλλου: Γιώργος Τσιλιγγαρίδης
Σχεδιασμός και Επιμέλεια Συνέντευξης: Αλέξανδρος Σουλτάτος
Φωτογραφίες: Mike Redman, Jan Willem Steenmeijer, Bastiaan Fronik, J.W.Steenmeijer
Ημερομηνία: 7 Μαρτίου 2021
Διαδικτυακός Σύνδεσμος: CELESTIAL SEASON – Σελίδα Facebook
Copyright © 2021 by THEGALLERY.GR