Χρονολογία: 2021
Συνολική Διάρκεια: 56:10
Εταιρεία: Inside Out
Είναι αξιοθαύμαστο το πως μια μικρή prog μπάντα από το Nottoden της Νορβηγίας, έχει καταφέρει να κάνει γνωστό το όνομά της στους πιο mainstream κύκλους του σύγχρονου metal/rock.
Βέβαια, όσοι τους γνωρίζουν δεν σημαίνει και αυτόματα ότι είναι οπαδοί τους. Οι LEPROUS μέσα στα σχεδόν είκοσι χρόνια της ύπαρξής τους έχουν καταφέρει να μπουν σε αυτή την κατηγορία μπαντών που προκαλούν αμφιλεγόμενες αντιδράσεις από το μεταλλικό κοινό όπως οι MASTODON, GOJIRA κ.ά.
Σε όποιο στρατόπεδο και να βρίσκεσαι δεν μπορεί να μην παραδεχτείς ότι οι Νορβηγοί είναι μία από τις πιο ξεχωριστές μπάντες των δύο τελευταίων δεκαετιών. Εξελίσσονται και επαναπροσδιορίζονται συνεχώς. Από το πιο avant garde Progressive Metal του ντεμπούτου τους στην υπέροχη ατμοσφαιρική μίξη πολυρυθμών, μελωδιών και των φαλτσέτο φωνητικών του Einar Solberg στα «Coal» και «The Congregation». Με το «Malina» που ακολούθησε άρχισαν να διευρύνουν τον ήχο τους πέρα από τα κλασσικά metal/rock μονοπάτια με αποκορύφωμα το «Pitfalls» με το οποίο φλερτάρανε ακόμα και με synth pop!
Αν το «Pitfalls» είχε κακοφανεί σε κάποιους οπαδούς λόγω των pop επιρροών του και τη συγκέντρωση των φώτων πάνω στη φιγούρα του Solberg, το «Aphelion» έρχεται να βάλει τα πράγματα λίγο στη θέση τους.
Αυτό βέβαια σημαίνει ότι οι LEPROUS ξαναγύρισαν σε κάποιο παλαιότερο ήχο τους. Αντιθέτως, συνεχίσουν και εξελίσσουν τον ήχο διευρύνοντάς τον ακόμα περισσότερο. Απλά αυτή τη φορά ο δίσκος ακούγεται περισσότερο σαν συλλογική προσπάθεια παρά σαν ένα σόλο project.
Η μουσική στο «Aphelion» θα έλεγα ότι είναι ένα μείγμα progressive rock, jazz, pop, συμφωνικού/art rock και ολίγον από metal. Οι ερμηνείες του Solberg είναι πιο δραματικές από ποτέ ενώ η συμμετοχή των Raphael Weinroth-Browne και Chris Baum στο τσέλο και βιολί αντίστοιχα, προσδίδουν ένα πιο κινηματογραφικό επίπεδο.
Όλα τα κομμάτια έχουν όμορφα μοιρασμένα τις έντονες στιγμές με τις πιο ήρεμες. Τεχνικά σημεία διαδέχονται ατμοσφαιρικά σημεία, ενώ πολύπλοκες ενορχηστρώσεις εναλλάσσονται με pop ρεφραίν. Το drumming του Baard είναι μινιμαλιστικό αλλά άψογο. Όταν αποφασίζει να περάσει στην επίθεση είναι πραγματικά απόλαυση να τον ακούς. Το ίδιο ισχύει και για τις κιθάρες των Suhrke και Ognedal, οι οποίες πηδάν πολύ εφευρετικά από το ένα είδος στο άλλο.
Όλες οι συνθέσεις έχουν κάτι να πουν και κάτι που να σε κερδίσει. Για παράδειγμα το υπνωτικό μπάσο στο «Silhouette» ή το φοβερό σόλο στο «The Shadow Side». Τα πιο ξεχωριστά όμως τραγούδια πρέπει να είναι τα δύο τελευταία με τα οποία κλείνει ο δίσκος. Πρώτα έχουμε την μπαλάντα «Castaway Angels», η οποία ξεκινάει λιτά με μια ακουστική κιθάρα και τη φωνή του Einar, και χτίζεται σιγά σιγά από τη συμμετοχή όλων των μελών της μπάντας. Και για το τέλος έχουμε το «The Nighttime Disguise», το κομμάτι που γράψανε οι LEPROUS μαζί με τους οπαδούς της μπάντας. Πρόκειται για μια εξαιρετική prog σύνθεση, που αγκαλιάζει όλα τα στοιχεία των Νορβηγών και στο οποίο ακούμε ξανά ύστερα από 6 χρόνια, growl φωνητικά.
Είναι πολύ δύσκολο να βρεις κάτι αρνητικό να πεις για αυτόν το δίσκο καθώς όλες οι συνθέσεις είναι τρομερά δουλεμένες και εμπνευσμένες. Βέβαια η απομάκρυνση των LEPROUS από τον πιο metal ήχο είναι ένα μεγάλο πλήγμα για πολλούς από τους παλαιότερους οπαδούς τους. Με το πιστόλι στο κεφάλι, ίσως να έλεγα ότι όλη αυτή η διεύρυνση του ήχου τους, όπου από το pop πάνε σε Prog Metal και μετά σε art rock, να κουράσει κάποιους οπαδούς που αναζητούν ένα πιο “ευθύ” ήχο και ίσως και να αφαιρεί από την ταυτότητά τους (μα καλά, τι παίζουν τελικά αυτοί οι LEPROUS;), αλλά ανάθεμά με αν υπάρχει κάποιος που να ακούσει 10 δευτερόλεπτα ένα τραγούδι τους και να μην καταλάβει αμέσως τι είναι!
Βαθμολογία: 8/10
Συντάκτης: Δημήτρης Μπενετάτος
Διαδικτυακός Σύνδεσμος: LEPROUS – Επίσημη Σελίδα