(Nuclear Blast)
Συνολική Διάρκεια: 54:19
Το “Eonian” σηματοδοτεί την δισκογραφική επιστροφή των DIMMU BORGIR, οκτώ χρόνια μετά το συζητημένο, αμφιλεγόμενο και σίγουρα περίεργο “Abrahadabra”, μία αναμονή που διακόπηκε μόνο από το εξαιρετικό live album “Forces of the Northern Night”. Οι Νορβηγοί symphonic black metallers θέλησαν και προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα υποβλητικό, επικό και μυστικιστικό μουσικό έργο, και παρασυρόμενοι από αυτές τους τις βλέψεις, εδώ αφήνουν σε δεύτερη μοίρα τo χαρακτηριστικό ύφος της μπάντας, όπως το μάθαμε από αριστουργήματα όπως το “Enthroned…” ή το “Puritanical…”, με το metal στοιχείο απλώς να λειτουργεί υποστηρικτικά για την ορχήστρα και τις χορωδίες, με το συνολικό αποτέλεσμα να είναι σίγουρα όμορφο και να αποπνέει μία πειστική ατμόσφαιρα μεγαλείου, μένοντας όμως μακριά από τον εμπνευσμένο και αποκαλυπτικό οραματισμό που μας προσέφεραν οι Shagrath, Silenοz και Galder (τα τρία βασικά μέλη) σε προηγούμενες δουλειές τους.
Το πρώτο ουσιαστικά black metal κομμάτι είναι το “Council of the Wolves and Snakes” όπου οι κιθάρες φαίνεται να καταλαμβάνουν λίγο περισσότερο χώρο και να δίνουν παραπάνω δύναμη. Ένα άλλο θετικό σημείο του εν λόγω τραγουδιού (και συνολικά) του album είναι τα πανέμορφα πλήκτρα του guest μουσικού Geir Bratland, του οποίου η δουλειά αναδεικνύεται και στο “The Empyrean Phoenix”: σκοτεινό και πραγματικά ποιοτικό κομμάτι. Στον ρυθμικό τομέα το “Eonian” ηχεί μάλλον γραμμικό και μονότονο, χωρίς τις απαιτούμενες εναλλαγές, με μόνη εξαίρεση το “Lightbringer”, μία σύνθεση όπου παρατηρούμε μία μεγαλύτερη ζωντάνια στο riffing και περισσότερη σκληρότητα στις κιθάρες. Ακόμη και ο Shagrath «ξυπνάει» σε αυτό το τραγούδι, κάτι που συμβαίνει και στo “Archaic Correspondence” – το δεύτερο κομμάτι πιο κοντά στο καθιερωμένο ύφος των DIMMU BORGIR. Γενικά, πάντως, η απόδοση του Νορβηγού τραγουδιστή σε αυτό το album είναι επίπεδη: ηχεί κάπως βαρετός, δεν πείθει και τόσο, ιδίως με τη σχεδόν αφηρημένη του αφήγηση σε τραγούδια όπως το opener “The Unveiling”. Με τα προαναφερθέντα, στα “Archaic”, “Alpha Aeon Omega” και “Rite of Passage” (ένα από τα δύο καλύτερα κομμάτια του δίσκου), ο παλιός ήχος των DIMMU BORGIR επανεμφανίζεται, πάντα χάρη στο συνδυασμό του συμφωνικού black με το ιδιαίτερο ύφος των πλήκτρων του Bratland, ένα παιχνίδι ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, μία αίσθηση μαύρου μεγαλείου πέρα από τους κανόνες ακόμα και των ίδιων των BORGIR.
Δυστυχώς, αυτή η έντονα συμφωνική διάθεση των ενορχηστρώσεων και η παρουσία των χορωδιών (προφανώς εκείνων του Schola Cantorum), όντας βασικά συστατικά των συνθέσεων, αφήνοντας σε δευτερεύοντα ρόλο τις κιθάρες, το μπάσο, τα τύμπανα και τα πλήκτρα, οδήγησε το νορβηγικό συγκρότημα να δημιουργήσει ένα album του οποίου μόνο μερικά τραγούδια είναι πραγματικά αντάξια της πιο μαύρης κληρονομιάς των τους. Τα υπόλοιπα κομμάτια, πάντως, δημιουργούν όμορφες εικόνες και μελωδικά κομψοτεχνήματα που ίσως δεν μπορούν να περιγραφούν ως black metal σύμφωνα με τον παραδοσιακό ορισμό του ιδιώματος, όμως, αποδεικνύουν τις μεγάλες μουσικές ικανότητες της μπάντας και αποτελούν ένα βήμα εμπρός στην καριέρα των Νορβηγών.
7,5/10
Φανούρης Εξηνταβελόνης
Απίστευτος δίσκος με κέρδισε από την πρώτη ακροση και πολύ γρήγορα έγινε ένας από τους top μου.Ολα τα κομμάτια δυνατά με το council of the wolves and snakes να δίνει την μεγαλύτερη ανατριχίλα.φανουρης εξηνταβελονης πολύ καλή και κατατοπιστική η κριτική σ.στον δίσκο 10
Ευχαριστώ πολύ Dave.. πίστεψέ με, όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο με κερδίζει κ εμένα !