Angel Witch – Angel Of Light

You are currently viewing Angel Witch – Angel Of Light

Χρονολογία: 2019
Συνολική Διάρκεια: 48:02
Εταιρεία: Metal Blade

Οι ANGEL WITCH είναι βρετανικό Heavy Metal συγκρότημα, το οποίο σχηματίστηκε το 1977 με βασικό συνθέτη και μόνο παραμένον ιδρυτικό μέλος, τον τραγουδιστή και κιθαρίστα Kevin Heybourne. Το συγκρότημα θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους του μουσικού είδους NWOBHM. Το συγκρότημα κυκλοφόρησε το ομώνυμο άλμπουμ τους στις 12 Μαρτίου 1980 μέσω της Bronze Records. Ο δίσκος έλαβε ιδιαίτερα θετικές κριτικές και θεωρείται ένας από τους πιο αντιπροσωπευτικούς του βρετανικού Heavy Metal. Αφού κυκλοφόρησαν άλλα δύο άλμπουμ («Screamin’ ‘n’ Bleedin’» –  1985, «Frontal Assault» – 1986) και διαλύθηκαν άλλες δύο φορές αντίστοιχα μέσα στα 80’s, η νέα χιλιετία τους βρήκε επανασυνδεδεμένους έχοντας τον Will Palmer (σταθερό έως σήμερα) στο μπάσο, τον Bill Steer (Carcass, Napalm Death) στην κιθάρα και τον Andy Prestige στα τύμπανα. Με αυτή τη σύνθεση, κυκλοφόρησαν το τέταρτο στούντιο άλμπουμ τους «As Above, So Below», στις 12 Μαρτίου 2012 . Εν έτει 2019 λοιπόν και με άλλη σύνθεση για άλλη μία φορά, ήρθε το  «Angel Of Light» έτσι ώστε να βρεθεί το «ελλιπές κομμάτι» της ολοκλήρωσης του «παζλ» της αναβίωσης του NWOBHM, μετά τους HOLOCAUST, TYGERS OF PAN TANG και DIAMOND HEAD.

Προτού ξεκινήσω να αναλύω τον δίσκο, θα ήθελα να παραθέσω το εξής: γενικά είμαι υπέρ της αναβίωσης των παλαιότερων μουσικών ρευμάτων και της «δεύτερης ευκαιρίας», αλλά μόνο όταν πρόκειται όλα αυτά τα παλιά «ιστορικά» γκρουπ να έχουν κάτι να προσφέρουν και να «πουν» κάτι καινούργιο ή καινοτόμο, διαφορετικά μιλάμε για απλή «ανακύκλωση» της μουσικής και κυκλοφορίες ανάξιες του ένδοξου παρελθόντος τους.

Ευτυχώς, με το «Angel Of Light» οι ANGEL WITCH δεν έπεσαν εντελώς  σε αυτή τη παγίδα, αφού υπάρχουν καλές ιδέες στα κιθαριστικά μέρη (καλπάζοντα riffs, ρυθμικά solos), θυμίζοντας κάπως αυτή τη «σπιρτάδα» και την «τρέλα» του παρελθόντος. Σε γενικές γραμμές τα τραγούδια του άλμπουμ είναι όλα τουλάχιστον αξιοπρεπή και τίμια, με μέσο όρο διάρκειας τα έξι λεπτά, να μιλούν για μύθους και ξόρκια, με ξεχωριστές prog και doom στιγμές όπως, το single «Don’t Turn Your Back», το «Death From Andromeda», το «We Are Damned», το «The Night Is Calling» (το οποίο είχε μάλιστα διασκευαστεί και από τους Nemesis – την προ CANDLEMASS μπάντα του Leif Edling ), καθώς και το  πολύ καλό ομότιτλο του δίσκου, θυμίζοντας παλιούς PSYCHOTIC WALTZ, CRIMSON GLORY και CANDLEMASS, δημιουργώντας έτσι μία heavy σκοτεινή ατμόσφαιρα συνολικά.

Παρόλο που το «Angel Of Light» είναι ένα κλικ καλύτερο από τη προηγουμένη δουλεία τους, τα σημεία που χωλαίνει ο δίσκος είναι ίσως τα κάπως άτονα φωνητικά που είναι «πίσω» και η «συμπυκνωμένη» και πιο heavy παραγωγή του, με αποτέλεσμα να λείπει αυτός ο «ζωντανός» ήχος και αυτό το «αρρωστημένο» IRON MAIDEN με Di’Anno 80’s αίσθημα, που είχε το πρώτο τους άλμπουμ…

Βαθμολογία: 6,5/10
Συντάκτης: Νίκος Μαθιόπουλος
Διαδικτυακός Σύνδεσμος:  ANGEL WITCH – Επίσημη Σελίδα

This Post Has 3 Comments

  1. Πολύ ωραία η κριτική σου Νίκο σε μια από τις αγαπημένες μου κυκλοφορίες των τελευταίων ετών και σίγουρα μέσα στα αγαπημένα της συγκεκριμένης μπάντας για μένα. Η μόνη μου “διαφωνία” έχει να κάνει με τη παραγωγή την οποία προσωπικά βρίσκω εξαιρετικά οργανική και ζωντανή με την παλιακή έννοια. Μου φαίνεται σαν να έχει γραφτεί το άλμπουμ με αναλογικά μέσα και ακούω τη ζεστασία της ταινίας, ή αν θες απουσιάζει η παγωμάρα που χαρακτηρίζεται πλέον στις μέρες μας ως “καθαρή παραγωγή” στις περισσότερες νέες κυκλοφορίες. Αυτό δεν σημαίνει πως ο δίσκος δεν έχει γραφτεί ψηφιακά (δεν γνωρίζω στοιχεία για την παραγωγή), αλλά πως μάλλον υπήρξε μια συνειδητή κατεύθυνση από την πλευρά της μπάντας προς το old school αναλογικό αποτέλεσμα ακόμα κι αν χρησιμοποιήθηκαν ψηφιακά μέσα.
    Και πάλι συγχαρητήρια για την ωραία κριτική σου.

  2. ΝΙΚΟΣ ΜΑΘΙΟΠΟΥΛΟΣ

    Καλημέρα Γιάννη και χρόνια πολλά.
    Καταρχάς να είσαι καλά για τα καλά σου λόγια και σε ευχαριστώ. Για να μη παρεξηγηθώ εγώ δεν αναφέρθηκα σε πιο καθαρή παραγωγή με την έννοια της πλαστικοποίησης. Είπα ότι είναι πιο “συμπυκνωμένη” με την λογική της “συμπίεσης”. Το αποτέλεσμα τουλάχιστον στα δικά μου αυτιά, είναι να μη βγαίνει και τόσο αυτός ο “ζωντανός” ήχος. Αντιθέτως, μου φάνηκε πιο βαρύς, κάπως μπουκωμένος και όχι ωμός , που να δημιουργεί την αίσθηση ότι παίζουν δίπλα σου. Για παράδειγμα άκουσε τον δίσκο αυτόν κ αμέσως μετά τον προηγούμενο για να καταλάβεις τη διαφορά. Παρόλα αυτά , η άποψή σου είναι απόλυτα σεβαστή και εννοείται ότι τα σχόλια σου είναι ευπρόσδεκτα.

  3. Ραφαήλ

    Το άκουσα τον δίσκο εάν κ όχι στα ακούσματα μου άρεσε. Συμφωνώ σε όλα με τον συντάκτη

Αφήστε μια απάντηση